23 Ιουλίου 2012

[Επιρροές, 3] Κ.Θ.Δημαράς, Χαιρέτης-Γιαννόπουλος-Δραγούμης


Ἡ διακόσμηση τῆς ἑλληνικῆς ἰδεολογίας
Χαιρέτης, Γιαννόπουλος, Δραγούμης

Ἡ ἐθνικὴ συνείδηση, καὶ μάλιστα ἐξημμένη μετὰ τὴν ἔκβαση τοῦ πολέμου [1897], ἐξακολουθεῖ νὰ εἶναι τὸ ἰσχυρὸ συστατικὸ τῆς νεοελληνικῆς ἰδεολογίας. Ὁλόκληρος ὁ Μακεδονικὸς ἀγώνας [1904-1908] μαρτυρεῖ γιὰ τὴν μετάβαση ἀπὸ τὴ θεωρία στὴν πράξη· ἀλλὰ καὶ στὸ χῶρο τῆς θεωρίας ἀποκλειστικά, τὸ πέρασμα, χωρὶς διακοπὴ καὶ χωρὶς παέκκλιση ἀπὸ τὸν ἕνα στὸν ἄλλο αἰώνα, εἶναι πολὺ καθαρό. Τὴν πιὸ λαμπρὴ μαρτυρία τῆς συνοχῆς αὐτῆς ἀποτελεῖ ἡ συσχέτιση δύο δημοσιευμάτων: «Ἐθνολογισμοὶ» τοῦ Ἐμ. Χαιρέτη, τοῦ 1905, καὶ «Νέον Πνεῦμα» τοῦ ἀνιψιοῦ του Περικλῆ Γιαννόπουλου, τοῦ 1906· ὁ πρῶτος ἀνήκει στὴν παλαιὰ φρουρά, γεννημένος τὸ 1838, ὁ δεύτερος ἐκφράζει, μαζὶ μὲ τὸν Παῦλο Μελᾶ, μὲ ἄλλους ἀξιωματικοὺς ποὺ πολέμησαν στὸ Μακεδονικὸ ἀγώνα καὶ μὲ τὸν Ἴωνα Δραγούμη, τὴ γενιὰ τῆς νέας ἐθνικῆς προσπάθειας, ἐκείνης ποὺ αἰσθάνθηκε τὴν ὁλοκλήρωση τῆς ἀποστολῆς της μετὰ τὸν πόλεμο. Εἶναι δύσκολο νὰ ξεχωρίσει κανεὶς τὶς θέσεις τοῦ Χαιρέτη ἀπὸ τὶς θέσεις τοῦ Γιαννόπουλου· ἀλλὰ καὶ ἀπὸ ἐκεῖνον στὸ Δραγούμη ἡ διάκριση γίνεται μᾶλλον μέσα ἀπὸ τὸ κατηγόρημα τῆς ἰδιοσυγκρασίας, τὴ διαφορὰ στὴν ἀγωγὴ ἢ στὴ μόρφωση, στὶς διαφορετικὲς ἀναγνώσεις, παρὰ στὸ βασικὸ χῶρο, σὲ ἕνα ἀρχέτυπο ἰδεολογίας πού, ἐκεῖνο, τοὺς εἶναι κοινό. Γιὰ ἄλλη μιὰ φορὰ θὰ εἶχε κανεὶς τὴν ἀνάγκη νὰ προσφύγει (προκειμένου νὰ ἐξηγήσει διαφορὲς καὶ ὁμοιότητες) στὸ χῶρο ὄχι τῶν ἀφηρημένων ἰδεῶν ἀλλὰ τῶν συγκεκριμένων χαρακτήρων. Πάντως ἡ συγκέντρωση βολῆς τὴν ὁποία παρουσιάζουν στὴν Ἑλλάδα ἐκείνη τὴν ὥρα «Ἐθνολογισμοὶ» (1905), «Νέον Πνεῦμα» (1906), «Μαρτύρων καὶ Ἡρώων αἷμα» (1907), εἶναι κάτι ποὺ πρέπει νὰ ἔχει ἀντικειμενικὴ βαρύτητα στὰ μάτια τοῦ ἱστοριογράφου.
Ἡ διερεύνηση τῆς συμβολῆς τοῦ Δραγούμη στὴν πορεία τῆς ἑλληνικῆς ἰδεολογίας σωστὸ εἶναι νὰ γίνει κοντὰ στὴν ὡριμότητά του· ταλαντευόμενος στὴ θεωρία, μὲ ετονη τὴν αἴσθηση τῆς ἀνθρώπινης παρουσίας κοντά του, Περικλῆς Γιαννόπουλος πρίν, Ἀθανάσιος Σουλιώτης Νικολαΐδης ὕστερα, φαίνεται, λίγο καιρὸ πρὶν ἀπὸ τὸ θάνατό του, νὰ προσανατολίζεται πρὸς καινούργιες κοινωνικὲς ἀναζητήσεις. Ἐδῶ, σ᾿ αὐτὸ τὸ ξεκίνημά του μᾶς φτάνει νὰ δεχτοῦμε τὰ λόγια του, ὅταν μαθεύτηκε ἡ αὐτοκτονία τοῦ Γιαννόπουλου (1910): «Μοῦ φαίνεται πὼς τώρα ποὺ ἔφυγε κεῖνος, εἶναι ἀνάγκη νὰ φορτωθῶ ὅλα τὰ βάρη ἐκείνου. Καὶ γι᾿ αὐτὸ ἔχω πολλὴ δουλειά, πάρα πολλὴ δουλειά. Οὔτε μιὰ στιγμὴ τῆς ζωῆς μου δὲν πρέπει νὰ χάσω.»
Στὸ Χαιρέτη, τὸν ὁποῖο καὶ σὲ τοῦτο ἀκολουθεῖ ἀπὸ πολὺ κοντὰ ὁ Γιαννόπουλος, ὑπάρχει βασικὰ μιὰ ἀνθρωπογεωγραφικὴ θεωρία, ἡ ὁποία ἀποτελεῖ ἐφαρμογὴ τῆς θεωρίας τοῦ περιβάλλοντος· ὁ γεωγραφικὸς χῶρος καθορίζει τὰ χαρακτηριστικὰ τῶν κατοίκων. Ἀπὸ ἐκεῖ καὶ πέρα ἡ ἔξαρση τοῦ ἑλληνισμοῦ προβαίνει χωρὶς ὅρια. «Ἐγεννήθημεν καὶ καταγόμεθα», γράφει, «ἐκ τῆς ἐπιφανεστέρας καὶ εὐγενεστέρας ἐπὶ τῆς γῆς φυλῆς.» Ἤ, ἀκόμη, εἰσάγοντας τὴν ἔννοια τῆς θείας προνοίας, οἰκεία καὶ ἀπὸ παλαιότερα νεοελληνικὰ κείμενα (βλ. τόμ. ΙΓ', σελ. 477), οἰκοδομεῖ μιὰ ἱστοριονομικὴ θεωρία: «Διὰ νὰ γεννηθῇ δὲ ἡ φυλὴ αὕτη, νὰ διαλάμψῃ εἰς τὴν ἀρχαιότητα, καὶ καταυγάσῃ τὴν ἀνθρωπότητα, νὰ ὑποκύψῃ κατόπιν εἰς τὰς δεινοτέρας τῶν περιπετειῶν, μετὰ τόσους αἰῶνας νὰ ἀνακύψῃ πάλιν εἰς τὴν ζωήν, φέρουσα ὅλον τὸ ἀρχαῖον πνεῦμα μεθ᾿ ἑαυτῆς καὶ τὸ ἄπειρον σφρῖγος πρὸς ἀνάκτησιν τοῦ πάλαι μεγαλείου καὶ τῆς πατρίου δόξης, φυλὴ τοιαύτη ἀναγκαίως ὀφείλει νὰ ἦναι πεπροικισμένη ὑπὸ τῆς Θείας Προνοίας μὲ ἔξοχα καὶ μοναδικὰ προσόντα, καθιστῶντα αὐτὴν τὴν ἐξοχωτέραν φυλὴν τοῦ κόσμου.» Καὶ γιὰ νὰ πλησιάσουμε στὸ πνεῦμα τῶν χρόνων κατὰ τοὺς ὁποίους βγαίνει τὸ βιβλίο του, μποροῦμε νὰ σημειώσουμε δύο κρίσεις, μιὰ γιὰ τὸ Βυζάντιο καὶ μιὰ γιὰ τὴ γλώσσα: τὸ Βυζάντιο εἶναι «δεύτερος περιφανὴς σταθμὸς καὶ καθέδρα τοῦ νεωτέρου Ἑλληνισμοῦ»· ὅ,τι λίγα χρόνια πρὶν ἔγραφε ὁ Ψυχάρης. Ὅμως, ὅ,τι ἔλεγε καὶ ὁ Ἀγησίλαος Γιαννόπουλος Ἠπειρώτης «ἡ ἐπιμονὴ εἰς τὴν δημοτικὴν γλῶσσαν εἶναι τέλειος ἀναχρονισμός».
Ἀκριβῶς ἀντίστοιχα εἶναι τὰ ὅσα δίνει ὁ Περικλῆς Γιαννόπουλος ὡς πρὸς τὸν φυσικὸ ἑλληνικὸ κόσμο: ...«ἡ Ἑλληνικὴ Γῆ ἐγέννησε ζῷον Ἑλληνικόν, τὸν Ἕλληνα, ΕΜΑΣ. Καὶ ὅπως συνέβη καὶ ἔτυχνε ἡ Γῆ αὐτή μας, νὰ εἶνε ἡ ἡμερωτέρα, ἡ φιλανθρωποτέρα γῆ τοῦ πλανήτου αὐτοῦ, καὶ τὸ Ζῶον αὐτὸ ποὺ ἐγέννησεν ἔτυχε νὰ εἶνε ὁ: ΑΝΘΡΩΠΟΣ». Ἴσως νὰ παρουσιάζει μιὰ διάκριση ἀναφορικὰ μὲ τὰ θρησκευτικὰ ζητήματα, ἀλλὰ αὐτὴ ἀγγίζει τὸν κλῆρο μᾶλλον καὶ τὶς μεταγενέστερες σχετικὲς ἐξελίξεις· δὲν ἀγγίζει οὔτε τὴν Ἐκκλησία οὔτε τὸ Βυζάντιο.

(Κ.Θ. Δημαρᾶς, κεφ. «Ἡ διακόσμηση τῆς ἑλληνικῆς ἰδεολογίας» στὴν «Ἱστορία τοῦ Ἑλληνικοῦ Ἔθνους», τόμος ΙΔ', Ἐκδοτικὴ Ἀθηνών, 1977, σελ. 398-409, καὶ εἰδικῶς κεφ. «Χαιρέτης, Γιαννόπουλος, Δραγούμης»)

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου