26 Σεπτεμβρίου 2012

Ο Παντελής Καψής και η ελίτ για κλάματα

του Ναπολέοντος Λιναρδάτου


Διαβάζοντας τον τίτλο του άρθρου του Παντελή Καψή στο Έθνος, «Ελιτ» για... κλάματα, νόμιζα ότι ήταν ένα άρθρο με κάποια δόση αυτοκριτικής. Δυστυχώς απογοητεύτηκα.


Στο συγκεκριμένο άρθρο ο κ. Καψής περιγράφει πως πολλές φορές κατά την διάρκεια των τελευταίων ετών η μια πολιτική ηγεσία μετά την άλλη έκανε σοβαρά σφάλματα στην διαχείριση της κρίσης. Μεταξύ άλλων ο κ. Καψής σημειώνει:

«Ομως το πραγματικά παράδοξο βρίσκεται στην κοινωνία. Εκεί στην πρωτοπορία των «κοι­νω­νικών αγώνων» για την προστασία των εισο­δημάτων τους δεν βρίσκονται οι άνεργοι και οι συνταξιούχοι, αλλά η «ελίτ» της χώρας. Οι φαρ­μα­κοποιοί, οι γιατροί, οι δικαστικοί, οι πανε­πι­στημιακοί, οι δικηγόροι συντηρούν ένα κλίμα διαρκούς αμφισβήτησης και αναταραχής. Οχι ότι δεν έχουν και δίκαια αιτήματα ορισμένοι από αυτούς. Θα περίμενε κανείς ωστόσο ότι σε μια τόσο κρίσιμη περίοδο για τη χώρα οι κοινω­νικές ομάδες που έχουν κατά τεκμήριο το μεγα­λύ­τερο κύρος, αυτοί που θα τους θεωρούσαμε στυλο­βά­τες της Δημοκρατίας μας θα επιδείκνυ­αν αυτο­συγκράτηση και υπευθυνότητα.»

Όταν διάβαζα το άρθρο του κ. Καψή δεν μπορούσα να βγάλω από την σκέψη μου την περίοδο που ο κ. Καψής ήταν διευθυντής των Νέων. Μου είχε κάνει ιδιαίτερη εντύπωση τότε το πως κάλυπταν τα γεγονότα τα Νέα - ειδικά την πενταετία Καραμανλή. Αν κάποιος είχε ως αποκλειστική πηγή ενημέρωσης τα Νέα του κ. Καψή θα είχε μια εξαιρετικά εσφαλμένη ιδέα για το τι πραγματικά συνέβη τότε στην Ελλάδα. 

Η Ελλάδα της πενταετίας Καραμανλή μέσα από τα πρωτοσέλιδα των Νέων ήταν μια χώρα που δραστικά μείωνε το κράτος, που συνεχώς έβρισκε νέους τρόπους για να μειώσει τα εισοδήματα των δημοσίων υπαλλήλων και των συνταξιούχων. Η κυβέρνηση Καραμανλή, σύμφωνα με τα Νέα, ήταν μια κυβέρνηση που έκανε ότι μπορούσε για να εξουδετερώσει το κράτος πρόνοιας μέσα σε ένα κλίμα αυταρχισμού και αστυνομοκρατίας. 

Το Μάιο του 2007 ο πρωτοσέλιδος τίτλος των Νέων θα είναι «Οι 10 εντολές της νέας λιτότητας.» Λιτότητα και τον Δεκέμβρη του 2005 όπου θα διαβάζουμε σε ρεπορτάζ «Λιτότητα στους μισθούς των εργαζομένων, αλλά και ανατροπή των εργασιακών και ασφαλιστικών δικαιωμάτων τους φέρνει το 2006, με τους τέσσερις νόμους που ψήφισε η κυβέρνηση». Και φυσικά «Ψίχουλα στους συνταξιούχους.» Εδώ να σημειώσουμε ότι η «λιτότητα» είναι η πρόταση της κυβέρνησης Καραμανλή για αυξήσεις 2,5%, και αυτό είναι το σημείο εκκίνησης για τις διαπραγματεύσεις με τα συνδικάτα. 

Τον Απρίλιο του 2008 θα διαβάζουμε ότι μπαίνουν «Στην πρέσα μισθοί - εργασιακά στις ΔΕΚΟ». Έτσι στην «συνταγή της σκληρής λιτότητας», «το οικονομικό επιτελείο σχεδιάζει να περιορίσει την αύξηση των κονδυλίων μισθοδοσίας κατ΄ ανώτερον στο 4%, έναντι 6% πέρυσι και 5% το 2006.» Σημειώστε εδώ το «σχεδιάζει» (γιατί το τι πέτυχε είναι μια άλλη υπόθεση) καθώς και το «κατ΄ ανώτερον στο 4%». Σκληρή λιτότητα πράγματι. Παρεμπιπτόντως, η «συνταγή της σκληρής λιτότητας» στις ΔΕΚΟ δεν θα ακουμπά καν επιδόματα τύπου προθέρμανσης αυτοκινήτου (ΟΤΕ), πλυσίματος χεριών (ΟΣΕ), έγκαιρης προσέλευσης (ΕΘΕΛ), μεταξύ πολλών άλλων. 

Θα μπορούσε κάποιος να πει ότι απλά έχω επιλέξει μερικούς τίτλους από μια περίοδο χρόνων και φυσικό είναι να βρω κάποιο πρωτοσέλιδο, τίτλο και ρεπορτάζ που κάπως τα παραλέει σε μια εφημερίδα που εκδίδεται έξη φορές την εβδομάδα. Η πικρή αλήθεια είναι ότι τέτοιοι τίτλοι, ρεπορτάζ και άρθρα είχαν την τιμητική τους όλη αυτή την περίοδο. Θα είναι δύσκολο κοιτάζοντας μόνο τα πρωτοσέλιδα των Νέων αυτή την περίοδο, να μην βρεις εβδομάδα όπου τα Νέα καυτηριάζουν τη “σκληρή” και “νεοφιλελεύθερη” πολιτική των κυβερνήσεων Καραμανλή. 

Στην μηχανή αναζήτησης των Νέων, μεταξύ 10 Μαρτίου 2004 και 9 Οκτωβρίου 2009, ο λέξη λιτότητα έχει 1,614 αποτελέσματα. Προφανώς σε αυτό τον αριθμό περιλαμβάνονται ρεπορτάζ που ασχολούνται με άλλες χώρες, ή για παράδειγμα άρθρα που δεν είχαν ως αντικείμενο τις πολιτικές των κυβερνήσεων Καραμανλή. Η μεγάλη πλειοψηφία όμως αυτού του αριθμού (1,614) σχετίζεται άμεσα ή έμμεσα με τις πολιτικές Καραμανλή, και η εξαιρετική συχνότητα, η απίστευτη ευκολία και επιδερμική χρήση του όρου, προσδιορίζει ευκρινώς την πλασματική εικόνα που δημιουργούσαν στην ελληνική κοινωνία τα Νέα του κ. Καψή. 

Ας ξεκαθαρίσουμε ότι η περίοδος των κυβερνήσεων Καραμανλή ήταν μια εποχή με τεράστια αύξηση στις δαπάνες και τον δανεισμό του κράτους. Στα 5.5 χρόνια της Νέας Δημοκρατίας θα γίνουν 103.771 επιπλέον διορισμοί. Οι δαπάνες του κράτους που την χρονιά των Ολυμπιακών Αγώνων ήταν 59,7 δις ευρώ, το 2009 θα έχουν εκτιναχθεί στα 89,5 δις ευρώ, μια αύξηση του 50% σε λιγότερο από 5 χρόνια. Μόνο το 2009 το δημόσιο θα δανειστεί 53 δις ευρώ. Όσο για την «συνταγή της σκληρής λιτότητας» στις ΔΕΚΟ, «διπλάσιο από τον μέσο μισθό του ιδιωτικού τομέα και μιάμιση φορά μεγαλύτερο από αυτόν του υπόλοιπου Δημοσίου απολάμβαναν οι εργαζόμενοι στις ΔΕΚΟ το 2008, ενώ το 2009 δέχθηκαν και αύξηση 2.435 ευρώ κατά μέσο όρο, με αποτέλεσμα ο ετήσιος μισθός τους να ανέλθει στα 40.772 ευρώ τον χρόνο.»


Στα Νέα όμως μια άλλη πραγματικότητα θα λαμβάνει χώρα. «Σοκ και δέος για μισθούς, δικαιώματα» το πρωτοσέλιδο με υπότιτλο «Συνταγή ακραίου νεοφιλελευθερισμού» και «Η ΝΔ συναντά τη... Θάτσερ» τον Μάιο του 2005, η οποία «Άνοιξε... την όρεξη των βιομηχάνων», το πρωτοσέλιδο μερικές μέρες μετά. «Μεταρρυθμίσεις ανασφάλειας για όλους» την 6η Ιουνίου με «Άνω - κάτω ασφαλιστικά ταμεία, ΔΕΚΟ». Μερικές μέρες μετά «Στο στόχαστρο όλες οι συντάξεις» «Σειρά τώρα παίρνουν οι ΔΕΚΟ». Το Μάιο του 2007, «Συνταγή φτώχειας δι’ ευχών Αλογοσκούφη», ο οποίος φέρνει «θατσερικό δεκάλογο» αλλαγών. 

Δεν ξέρω αν ο κ. Καψής έχει αναλογισθεί τις ευθύνες του για την εποχή εκείνη. Γιατί αν ανήκουν στην ελίτ της χώρας γενικά οι φαρ­μα­κοποιοί, οι γιατροί, οι δικαστικοί, οι πανε­πι­στημιακοί και οι δικηγόροι, που ακριβώς θα πρέπει να τοποθετήσουμε τον διευθυντή της μεγαλύτερης σε κυκλοφορία ημερήσια εφημερίδα της χώρας; 

Δεν ήταν ο κ. Καψής και οι συνάδελφοί που εκπαίδευσαν τους Έλληνες να βλέπουν το κράτος ως νταντά; Δεν ήταν ο κ. Καψής και οι συνάδελφοι του που για 40 χρόνια θα αποκηρύξουν ως αντιλαϊκή, κοινωνικά ανάλγητη, νεοφιλελεύθερη και θατσερική, οποιανδήποτε σοβαρή προσπάθεια για τον περιορισμό του κρατικού δανεισμού και του κράτους; 

Η πολιτική και η δημοσιογραφική τάξη που χρεοκόπησε την Ελλάδα, που τώρα νομίζει ότι μπορεί να την σώσει και που ζητάει και τα ρέστα, είναι πολλά πράγματα - και πρώτο μεταξύ αυτών είναι το ότι είναι μια ελίτ για... κλάματα. 

από το Μπλε Μήλο

Ο Ίων Δραγούμης για την νεοελληνική πολιτισμική ταυτότητα



«...Οι γραμματιζούμενοι είδαν πως ο αρχαίος ελληνικός πολιτισμός είχε πέραση στην Ευρώπη και την έκανε να βοηθήτους Ρωμιούς για χάρη τον προγόνων τους. Οι Φιλέλληνες Ευρωπαίοι κάτι ψίχουλα τους πετούσαν. Και φαντάστηκαν οι γραμματιζούμενοι να μεταμορφώσουν τους Ρωμιούς σε αρχαίους Ελληνες με μουτσούνες Περικλήδων, με ξύλινα δόρατα και τόξα, με χάρτινες ασπίδες και χλαμύδες, για να παίρνουν πάντα ψίχουλα από την Ευρώπη. Μα ήρθε καιρός που οι Ευρωπαίοι τους κατάλαβαν τους μασκαράδες Γκραβαρίτες. Τώρα, κομματιάστηκε η Ρωμιοσύνη. Αφότου έγινε το ελλαδικό βασίλειο, πολιτική ενότητα έχει λιγότερη, παρά τον καιρό που την όριζε σχεδόν ολόκληρη ο Τούρκος (....) Έπειτα γίνηκαν τα σκολειά κι αυγάτισαν οι μισογραμματισμένοι. Τα γράμματα αυτά τους αποχάλασαν, γιατί χαλάρωσαν μέσα τους την κλονισμένη πίστη στην εθνική παράδοση της Αυτοκρατορίας, που ονομάστηκε μεγάλη ιδέα. Από τότε γενικεύθηκε η αρχαία ιστορία, σαν παράδειγμα για τους νέους Ελληνες, και η αρχαία γλώσσα σαν πρότυπο. Σχολαστικοί, ψευτοκλασικοί, και ψευτοπρογονολάτρες οι δάσκαλοι έπλασαν κούφιους, ξερούς, μαραντζιασμένους τους νέους Έλληνες, την αγάπη μας (...) Την ελευτεριά τους, τη ζωντανάδα τους, τη θέλησή τους, τις έχουν πλακώσει ανωφέλευτα βάρη, που τους εζάρωσαν το νου και τους εμίκραιναν την ψυχή γεμίζοντάς την με μια αρρωστιάρικη ανησυχία: για το πως θα βγάλουν το ψωμί τους μονάχα. Μ’ αυτή την ανησυχία, χωρίς αυτοπεποίθηση, βγαίνουν από το σκολείο και αντικρίζουν την κοινωνία. Και οι περισσότεροι σκύβουν και γίνονται σκλάβοι εκείνου που θα τους παρασταθή για να απολάψουν μια θεσούλα.(...) Λοιπόν, η τωρινή παιδεία στην Ρωμιοσύνη ολάκερη ... ισοπεδώνει και αφομοιώνει τους Έλληνες μόνο στην ταπείνωση, στο στένεμα της ψυχής, και σε έναν ψευτοκλασικισμό και δεν τους συνδέει με κανέναν ηθικό δεσμό αναμεταξύ τους.» 
[Οσοι ζωντανοί, 1911]

19 Σεπτεμβρίου 2012

Εθνικοσοσιαλισμός - ένα κίνημα της Αριστεράς.






Επειδή από χθες έχει προκληθεί συζήτηση σχετικά με την τοποθέτηση του εθνικοσοσιαλισμού στην Αριστερά ή τη Δεξιά, με αφορμή την σχετική αναφορά του βουλευτού της ΝΔ Άδώνιδος Γεωργιάδη, παραθέτω ένα ενδιαφέρον κείμενο με σχετική θεματολογία, που βρήκα στο ιστολόγιο http://mavroskrinos.blogspot.gr/.


του Povl Heinrich Riis - Knudsen

Εδώ και πάρα πολλά χρόνια είναι ευρύτατα διαδεδομένο ότι οι Εθνικοσοσιαλιστές είναι ακροδεξιοί, και μόνο σπανιότατα έχουν οι ίδιοι αρνηθεί το χαρακτηρισμό αυτό.Αλλά κάποτε έγινε επίσημη πολιτική της W.U.N.S. (Διεθνής Ένωση Εθνικοσοσιαλιστών) να αποφεύγεται ο όρος «ακροδεξιός» με το αιτιολογικό πως ο Εθνικοσοσιαλισμός δεν χωρεί στα παραδοσιακά καλούπια της «δεξιάς» και της «αριστεράς» και ότι θα έπρεπε να βρίσκεται πάνω από αυτό το διαχωρισμό. Αυτό ήταν σίγουρα ένα βήμα προς τη σωστή κατεύθυνση, αλλά την ώρα αυτή και με δεδομένη τη σημερινή μορφή του αγώνα, θα ήταν καλή σκέψη να επανεξετάσουμε το όλο ζήτημα των πολιτικών διαχωρισμών και να ξεκαθαρίσουμε ορισμένα σημεία που αφορούν την έννοια των όρων «αριστερά» και «δεξιά» και την εφαρμογή τους στη σημερινή πολιτική σκηνή.
Ιστορικά, οι όροι «δεξιά» και «αριστερά», σε συσχετισμό με πολιτικές θέσεις, πρωτοβρίσκονται στην προ-επαναστατική Γαλλία, όπου αυτοί που ήθελαν να διατηρήσουν το κυβερνητικό σύστημα όπως ήταν, καθόντουσαν στα δεξιά στην Εθνοσυνεύλεση, ενώ αυτοί που επιθυμούσαν ριζικές αλλαγές, καθόντουσαν στα αριστερά. Από εδώ προέρχονται και οι όροι «δεξιοί» για τους συντηρητικούς και «αριστεροί» για τους επαναστάτες -όροι που από τότε είναι γνωστοί και χρησιμοποιούνται παγκοσμίως. Πάντως, ούτε η λέξη «συντηρητικός», ούτε η λέξη «επαναστατικός» λέει τίποτα για τις συγκεκριμένες απόψεις υπό εξέταση. Είναι και οι δύο σχετικές και παίρνουν συγκεκριμένο νόημα μόνο μέσα σε ένα δεδομένο ιστορικό πλαίσιο. Οι επαναστάτες των περασμένων εποχών, όπως για παράδειγμα, οι Ευρωπαίοι Φιλελεύθεροι του 19ου αιώνα δε φαίνονται και πολύ επαναστατικοί σήμερα - μάλλον το αντίθετο μοιάζουν! Και οι σημερινοί αντιδραστικοί θα θεωρούνταν πολύ επαναστατικοί 200 χρόνια πριν.

Όταν οι κομμουνιστές πήραν την εξουσία στη Ρωσία το 1917 το έκαναν σαν επαναστάτες για να ανατρέψουν ένα ανίκανο και διεφθαρμένο καθεστώς, ενώ σήμερα αντιπροσωπεύουν το συντηρητικό κατεστημένο που αντιμετωπίζει μια νέα επαναστατική πρόκληση. Στην εποχή μας η παραδοσιακή αριστερά είναι κατά κύριο λόγο Μαρξιστική – μερικές φορές σε τόσο μεγάλο βαθμό ώστε ο ίδιος ο όρος «αριστερά» να νομίζεται συνώνυμος με τον όρο «Μαρξιστική». Αυτό φυσικά, δεν έχει πραγματική βάση. Κάθε επαναστάτης είναι αριστερός μόνο που οι Μαρξιστές είχαν τόσο λίγο ανταγωνισμό που μπόρεσαν να αλλάξουν το νόημα του όρου κατά τα συμφέροντά τους.

Στην άλλη άκρη του φάσματος έχουμε την δεξιά, η οποία αποτελείται από συντηρητικούς που θέλουν να διατηρήσουν τη σημερινή κοινωνία και τον λεγόμενο Χριστιανικό πολιτισμό της Δύσης με τον υλισμό και τον καπιταλισμό του. Οι δεξιοί υπερασπίζονται παραδοσιακές αξίες: είναι καλοί χριστιανοί και καλοί πολίτες που υπερασπίζονται το Σύνταγμα και είναι πιστοί στο κράτος και στον νομάρχη τους, αν έχουν. Είναι διατεθειμένοι να πολεμήσουν εναντίον ενός άλλου έθνους αν αυτό σημαίνει πυρηνικό πόλεμο εναντίον μιας άλλης Λευκής χώρας αν νομίζουν ότι το σύστημα διακυβερνήσεώς της απειλεί την δικιά τους τάξη πραγμάτων, αδιάφορο για το πόσο διεφθαρμένη και παρηκμασμένη μπορεί να είναι αυτή. Υποστηρίζουν μια οικονομία βασισμένη πάνω στην ανεμπόδιστη ελεύθερη επιχείρηση, αδιαφορώντας για τις συνέπειες, αλλά δυσπιστούν προς τη Φιλελεύθερη τάση στην πολιτική και στο θέμα της μετανάστευσης και της φυλετικής ενοποίησης, επειδή φοβούνται τις αλλαγές που θα μπορούσαν να γίνουν στην τάξη στην οποία είναι συνηθισμένοι.

Το που βρίσκονται οι Εθνικοσοσιαλιστές σε αυτό το φάσμα είναι αρκετά καθαρό: Είμαστε Αριστεροί -μην έχετε καμία αμφιβολία γι αυτό! Εμείς δε θέλουμε να διατηρήσουμε το σημερινό σύστημα, ούτε ολόκληρο, ούτε κανένα μέρος του. Εμείς δεν πιστεύουμε στις θεμελιακές αρχές ενός συστήματος που οδήγησε το λαό μας στην κακομοιριά των σημερινών καιρών! Εμείς δεν θέλουμε να υποστηρίξουμε ένα κατεστημένο υπεύθυνο για δύο παγκοσμίους πολέμους μεταξύ Λευκών εθνών και για αμέτρητους μικρότερους πολέμους, για τους πυρηνικούς εξοπλισμούς, για τη ρύπανση του περιβάλλοντος, για την ανεργία, για την πλήρη απογοήτευση των νέων που χάνουν κάθε πίστη στο μέλλον, για τα ναρκωτικά, για την πορνογραφία και για όλες τις άλλες μορφές της πλήρους παρακμής που βλέπουμε σήμερα. Εμείς οι Εθνικοσοσιαλιστές θέλουμε την ριζική αλλαγή: θέλουμε την πλήρη ανατροπή της Παλαιάς Τάξης! Τη στιγμή που ο Μαρξισμός μοιράζεται μια βασική ισοπεδωτική φιλοσοφία με την Παλαιά Τάξη και αυτοπροσδιορίζεται ως ένα υλιστικό κίνημα που σκοπεύει απλώς στην ανακατανομή των υλικών αγαθών, ο Εθνικοσοσιαλισμός ζητά να οικοδομήσει μία τελείως Νέα Τάξη, βασισμένη στον Ιδεαλισμό και στον βαθύ σεβασμό των νόμων της φύσης σε όλες τις πλευρές της Ζωής. Αυτό είναι, αναμφισβήτητα η πλέον επαναστατική ιδέα αυτού του αιώνα - και κατά συνέπεια πάρα πολύ αριστερή -και σίγουρα δεν είναι Μαρξιστική!

Συγκρινόμενος με τον Εθνικοσοσιαλισμό, ο Μαρξισμός δεν είναι τίποτα άλλο από μια ψευδο-επαναστατική ιδέα που εφευρέθηκε από το Χριστιανισμό και υποστηρίχθηκε από τη Φιλελεύθερη Δημοκρατία: αν όλοι οι άνθρωποι δημιουργούνται ίσοι, γιατί να μην διανεμηθεί ίσα ο πλούτος σε όλους τους ανθρώπους; Ιδωμένος κάτω από αυτό το πρίσμα, ο Μαρξισμός είναι απλώς ένα μέρος της Παλαιάς Τάξης που θέλουμε να καταστρέψουμε. Αν ο Εθνικοσοσιαλισμός είναι, στην ουσία του, ένα αριστερό κίνημα, είναι βεβαίως παράδοξο το ότι οι Εθνικοσοσιαλιστές κατανάλωσαν τόσο πολύ χρόνο και προσπάθεια για να τηρήσουν παραδοσιακά δεξιά στάση, ενώ αρνήθηκαν κάθε άνοιγμα προς τα αριστερά. Είναι λοιπόν περίεργο πως όλες οι προσπάθειες για τη δημιουργία ενός Εθνικοσοσιαλιστικού κινήματος πάνω σε τέτοια βάση, υπήρξαν τελείως αποτυχημένες; Η πρώτη προϋπόθεση για να δημιουργήσει κανείς οτιδήποτε σε αυτό τον κόσμο είναι να έχει ξεκάθαρη ιδέα του τι θέλει να δημιουργήσει και του πως θα μπορούσε να το επιτύχει. Ένας γλύπτης που θέλει να δημιουργήσει ένα καλλιτέχνημα, αρχίζει με μια διανοητική σύλληψη και μετά αρχίζει να την υλοποιεί πάνω στο υλικό που επέλεξε. Δεν χτυπά από δω κι από κει με τη σμίλη του ένα κομμάτι μάρμαρο, αναρωτούμενος τι θα βγει. Έτσι, είναι σημαντικό να καταλάβουμε ότι ο Εθνικοσοσιαλισμός δεν είναι απλώς μια μορφή της άκρας δεξιάς.

Οποιοσδήποτε μέσα στις γραμμές μας που έχει αυτή την εντύπωση, πρέπει να αφοσιωθεί πάνω στη μελέτη της Ιδέας του Εθνικοσοσιαλισμού για να ανακαλύψει την πραγματική έννοια και τη σημασία του - ή, αν δεν έχει τη διάθεση ή την ικανότητα να το κάνει, να βρει άλλη διέξοδο για τις δραστηριότητές του. Αυτό το κίνημα δεν έχει χώρο για απογοητευμένους μισητές των πάντων ή για θρησκευτικά ονειροπαρμένους, αλλά μόνο για αφοσιωμένους Εθνικοσοσιαλιστές επαναστάτες!Ας αντιμετωπίσουμε τα πράγματα ρεαλιστικά: η δεξιά πτέρυγα είναι τις περισσότερες φορές ένα αξιοθρήνητο συνοθύλευμα ανθρώπων με πολύ ασαφείς ιδέες. Αντιλαμβάνονται ότι κάτι δεν πάει καλά, αλλά αρνούνται να εγκαταλείψουν την Παλαιά Τάξη. Αντίθετα, αγκιστρώνονται σε αυτήν με όλη τους τη δύναμη και θέλουν να επαναφέρουν καταστάσεις που υπήρξαν πριν 75 ή 100 χρόνια, νομίζοντας ότι αυτό θα λύσει όλα τους τα προβλήματα. Αλλά δεν μπορούν να δουν ότι το τέλμα, μέσα στο οποίο βρισκόμαστε σήμερα, είναι μια λογική συνέπεια του συστήματος που είχαμε πριν 100 χρόνια - ότι τα θεμέλια του συστήματος δεν είναι αρκετά σταθερά για να μας προφυλάξουν από τη σημερινή του εξέλιξη. Η αρχή των περισσότερων από τα προβλήματά μας βρίσκεται σε αυτήν ακριβώς τη Χριστιανική ιδέα, της οποίας η ισοπεδωτική φιλοσοφία και τα ξένα και αντιφυσικά κηρύγματα έκλεψαν την ψυχή του λαού μας, αλλά που εξακολουθούν να τη διαφημίζουν σαν την ασπίδα ενάντια στην κατάπτωση που βλέπουν ολόγυρά τους.

Όταν όλες οι μάταιες προσπάθειές τους να σταματήσουν την πορεία των γεγονότων αποτυγχάνουν, απογοητεύονται και γίνονται μισητές των πάντων, επειδή δεν έχουν ούτε σαφή εικόνα του σκοπού τους, ούτε ιδεολογία. Είναι γεγονός πως ποτέ τίποτα καλό δεν ήρθε από τη δεξιά. Αν δεν υπήρχαν επαναστάτες όπως ο Κοπέρνικος, ο Κέπλερ, ο Τζορντάνο Μπρούνο και ο Γαλιλαίος, ακόμα θα πιστεύαμε ότι η γη είναι επίπεδη και το κέντρο του σύμπαντος. Όταν ο καπιταλισμός ανδρώθηκε, το κατεστημένο δεν έκανε καμία προσπάθεια να λύσει τα κοινωνικά προβλήματα που προέκυψαν από τη Βιομηχανική Επανάσταση, αλλά άρχισε να εκμεταλλεύεται την εργατική τάξη χωρίς οίκτο - δίνοντας έτσι στήριγμα στις επαναστατικές σκέψεις που εκφράζει η Μαρξιστική ιδεολογία, και όλες οι απαραίτητες και δίκαιες βελτιώσεις των κοινωνικών συνθηκών που είδαμε τα τελευταία 100 χρόνια, υλοποιήθηκαν μόνο ύστερα από σκληρή πίεση από την Αριστερά, με τους δεξιούς συντηρητικούς σε διαρκή υποχώρηση, αξιολύπητους καθώς προσπαθούσαν να περισώσουν για τους εαυτούς τους όσα περισσότερα ήταν δυνατόν. Αυτά, φυσικά, δε σημαίνουν ότι κάθε προσπάθεια ανατροπής ενός κατεστημένου συστήματος είναι, αυτή καθεαυτή, καλή. Αν ο άνθρωπος κατορθώσει να δημιουργήσει μια νέα φυσική τάξη που δε θα απολιθώνεται αλλά θα παραμένει ένας ζωντανός οργανισμός αναπτυσσόμενος μέσα στα πλαίσια του φυσικού νόμου, υιοθετώντας νέες επιστημονικές και φιλοσοφικές αντιλήψεις μέσα στη φύση της ζωής, χωρίς να προσκολλάται σε ξεπερασμένες έννοιες, τότε θα ήταν πραγματικά εγκληματικό να προσπαθήσει κάποιος αυτή την τάξη και να ξαναγυρίσει στον εγωιστικό υλισμό, στον Χριστιανισμό ή σε κάποια άλλη αφύσικη φιλοσοφία.

Τι είναι καλό και τι κακό μπορούμε να το κρίνουμε μόνο με βάση τον φυσικό νόμο – όσο πιο κοντά βρισκόμαστε σε αυτόν, τόσο το καλύτερο. Είναι σχεδόν καθολικά παραδεκτό ότι υπάρχει χάσμα μεταξύ του Εθνικοσοσιαλισμού και του Μαρξισμού. Με την ίδια λογική όμως, οι Εθνικοσοσιαλιστές σίγουρα δεν είναι ούτε δεξιοί. Το μόνο κοινό σημείο που φαίνεται να έχει ο Εθνικοσοσιαλισμός με τη δεξιά είναι το φυλετικό ζήτημα. Οι δεξιοί πιστεύουν ότι το να είναι κανείς Λευκός είναι μια αξία αυτή καθεαυτή, η οποία ανυψώνει την Άρια Φυλή πάνω από κάθε ζωντανό οργανισμό και της δίνει το δικαίωμα να κάνει τον κόσμο ότι θέλει. Εμείς όμως, σαν Εθνικοσοσιαλιστές, δεν μας απασχολεί μόνο η ζωή και η άμεση ευημερία της Φυλής μας. Βλέπουμε τη Λευκή Φυλή σαν μέρος της όλης φυσικής τάξης του σύμπαντος και η επιθυμία μας για τη διατήρησή της, συνδέεται με την επιθυμία μας να διατηρήσουμε όλο το φυσικό περιβάλλον -συμπεριλαμβανομένων και των άλλων ανθρώπινων φυλών -επιθυμία που πηγάζει από βαθύ σεβασμό στην ανεξιχνίαστη σοφία της Φύσης. Αναμφίβολα, η Φυλή μας έχει τεράστιες δυνατότητες όσον αφορά τη διανοητική της δύναμη, αλλά οι ικανότητές τις δεν έχουν καμία αξία από μόνες τους, αν δεν χρησιμοποιηθούν σωστά και σύμφωνα με τους νόμους της Φύσης.

Για πολύ καιρό έχουμε ενωθεί μ’αυτούς που φωνάζουν White Power, και αγνοήσαμε το γεγονός πως η Φυλή μας είχε την απόλυτη δύναμη για τουλάχιστον 2000 χρόνια. Και είναι ακριβώς αυτή η δύναμη που μας οδήγησε στην κοινωνία που έχουμε σήμερα. Έτσι, δεν μοιραζόμαστε με τη δεξιά την άποψή της, της συνεχούς τεχνολογικής και οικονομικής επέκτασης, η οποία ήδη μας οδήγησε στη ρύπανση του αέρα και του νερού και έκανε τεράστιες περιοχές του κόσμου ακατάλληλες για την επιβίωση οποιουδήποτε είδους -μια ανάπτυξη που σημαίνει ότι το στρώμα του όζοντος της ατμόσφαιρας καταστρέφεται συστηματικά και ότι οι επόμενες γενεές θα εκτίθενται σε φονική ακτινοβολία, ότι τα τροπικά δάση που μας παρείχαν οξυγόνο κόβονται για να αφήσουν χώρο για τη βιομηχανική ανάπτυξη, και ότι έρημες εκτάσεις αρδεύονται, κατεβάζοντας τη στάθμη των υπόγειων νερών σε εύφορες περιοχές, οι οποίες με τη σειρά τους γίνονται έρημοι.

Όλα αυτά είναι αποτέλεσμα της Άριας μεγαλοφυΐας, χωρίς την οποία δε θα υπήρχαν - μια μεγαλοφυΐα η οποία δεν έχει χρησιμοποιηθεί για να οικοδομηθεί ένας καλύτερος κόσμος για τα παιδιά μας και τα εγγόνια μας, αλλά μόνο για να εξασφαλίσει μια ευχάριστη ζωή τώρα, χωρίς σκέψη για το μέλλον. Αυτή η μοιραία τάση, η οποία βάσει του φυσικού νόμου, έχει σίγουρα μετατρέψει τις βιομηχανοποιημένες Λευκές χώρες της Δύσης σε πολύ πιο παρηκμασμένες κοινωνίες από κάθε πρωτόγονη κοινωνία του Τρίτου Κόσμου, υποστηρίζεται με πάθος από τη δεξιά η οποία φαίνεται να πιστεύει ότι όλα θα ήταν πολύ ωραία αν μόνο διώχναμε τους Μαύρους, τους Εβραίους, και τους πρόσφυγες από τη ΝΑ Ασία. Ξέρουμε ότι αυτή η πράξη, από μόνη της, δε θα άλλαζε τίποτα. Ο στόχος μας είναι μια πλήρης πνευματική αναγέννηση, και ο άμεσος σκοπός μας είναι να προσδιορίσουμε και να χτίσουμε τα θεμέλια γι αυτή την αναγέννηση -αυτό είναι και το μόνο πράγμα που μπορεί να δώσει νόημα στο φυλετικό αγώνα. Και αυτός ο αγώνας δε θα έπρεπε να γίνεται αντιληπτός σαν αγώνας εναντίον των άλλων φυλών, αλλά σαν ένας αμείλικτος πόλεμος εναντίον της κατάπτωσης της δικής μας Φυλής.

Η απομονωμένη έκκληση στη Φυλή ως βάση μιας νέας κοινωνίας είναι στερημένη από κάθε νόημα, εκτός και αν μπορέσουμε να ξεπεράσουμε αυτή την κατάπτωση και να βρούμε το δρόμο της επιστροφής στις φυσικές αξίες. Αν η Φυλή μας μπορεί να επιζήσει μόνο μέσα στα πλαίσια του σημερινού συστήματος, δεν θέλουμε να επιζήσει, γιατί τότε δεν θα αντιπροσώπευε παρά τον πιο τεράστιο αντιφυσικό εκφυλισμό. Η επίκληση της «Λευκής Δύναμης» μπορεί να πάρει κάποιο νόημα μόνο αν, με αυτήν, εννοούμε την επιθυμία να ενεργοποιήσουμε ξανά τη δύναμη της Φύσης που βρίσκεται λανθάνουσα στη μεγαλοφυΐα του Λευκού Ανθρώπου, του οποίου καθήκον είναι να χρησιμοποιεί τη δύναμη αυτή για να διατηρήσει την αρχή της ζωής. Φυσικά, αυτό δε σημαίνει ότι είμαστε υπέρ οποιασδήποτε μορφής πολυφυλετισμού. Η Φυλή είναι ένας από τους ακρογωνιαίους λίθους της φυσικής τάξης, και πρέπει να προστατεύεται όπως και οι υπόλοιπες φυσικές αρχές. Δε σημαίνει όμως ότι το λευκό χρώμα του δέρματος κάποιου είναι απαραίτητα εγγύηση ανθρώπινης ποιότητας. Η Λευκή Φυλή άφησε τον κόσμο να γλιστρήσει στον κόσμο της καταστροφής, και αν δε γίνει τελικά δυνατό να αντιληφθεί ότι η ποιότητα ζωής μπορεί να βελτιωθεί αντικαθιστώντας την κοινωνία του υλιστή καταναλωτή - η οποία είναι ο υπέρτατος στόχος και του Μαρξισμού και του Φιλελευθερισμού - με φυσικές και πνευματικές αξίες, τότε θα είναι καταδικασμένη και θα καταστρέψει ολόκληρο τον πλανήτη κατά τη διαδικασία της απόλυτης πτώσης της. Φυσικά, οι Εθνικοσοσιαλιστές δεν ισχυριζόμαστε ότι θα έπρεπε να ξαναζήσουμε στα σπήλαια της Λίθινης Εποχής, όμως νομίζουμε ότι δεν θα έπρεπε να παίρνουμε από τη Φύση περισσότερα απ ότι μπορούμε να της δώσουμε πίσω. Η ποιότητα ζωής θα έπρεπε να σημαίνει για μας κάτι περισσότερο από την ποιότητα των υλικών αγαθών.

Στην αποθαρρυμένη κοινωνία του σήμερα, όλο και περισσότεροι άνθρωποι το αντιλαμβάνονται αυτό και, ακόμα, διαμαρτύρονται εναντίον της επικρατούσας τάξης πραγμάτων. Το ότι δεν γίνονται Εθνικοσοσιαλιστές, όμως, οφείλεται σε έναν απλό λόγο: αγνοούν ότι ο Εθνικοσοσιαλισμός - και μόνον ο Εθνικοσοσιαλισμός! - μπορεί να λύσει τα κρίσιμα προβλήματα του σήμερα. Έτσι αφήνουν τα κινήματα διαμαρτυρίας τους να καπελώνονται από τους Μαρξιστές, οι οποίοι είναι καλύτεροι από μας στο να πουλάν το προϊόν τους, παρ' όλο που καμία Μαρξιστική κυβέρνηση δεν έκανε ποτέ την παραμικρή προσπάθεια να ασχοληθεί με αυτά τα προβλήματα - απλώς και μόνο επειδή η ίδια η έννοια του Μαρξισμού είναι υλιστική και με κανένα τρόπο δεν ασχολείται με φυσικές αξίες. Οι Μαρξιστές το μόνο που κάνουν είναι να χρησιμοποιούν τη λαϊκή δυσαρέσκεια απέναντι στο κατεστημένο για να προωθούν τον Μαρξισμό. Οι ίδιοι οι δυσαρεστημένοι στην αρχή δεν είναι όλοι Μαρξιστές. Ενώ οι Εθνικοσοσιαλιστές κοπιάζουν για να κερδίσουν μικρές περιθωριακές ομάδες παραδοσιακών δεξιών φορτωμένων με όλα τα πολιτικά και θρησκευτικά τους απωθημένα, τη φοβερή τους μεγαλομανία και την έλλειψη αφοσίωσής τους σε ένα σκοπό -αποτέλεσμα της συνεχούς αμυντικής στάσης τους στην προσπάθειά τους να περισώσουν ότι πρέπει να υποχωρήσει - οι Μαρξιστές εξασφαλίζουν ένα προγεφύρωμα στους ανήσυχους πολίτες που αρνούνται τον χωρίς όρια υλισμό λόγω μιας ιδεαλιστικής φροντίδας για το μέλλον του πλανήτη μας. Στη μεγάλη τους πλειοψηφία, αυτοί οι άνθρωποι δεν αντιλαμβάνονται ότι η διατήρηση της φυσικής τάξης απαιτεί πολύ πιο μεγαλόπνοα μέτρα από τον έλεγχο της ρύπανσης και την κατάργηση της πυρηνικής ενέργειας και της ατομικής βόμβας. Δεν βλέπουν ότι απαιτεί επίσης φυλετικό διαχωρισμό και μια γενική πνευματική αναγέννηση που μπορεί να οδηγήσει τον Άνθρωπο πίσω στις πηγές της Ζωής.

Μπορούν όμως να τα μάθουν αυτά -η μάλλον, δεν μπορούν παρά να διαπιστώσουν - αν τους δοθούν οι αναγκαίες πληροφορίες και αντιλήψεις και αν δεν αφεθούν εκτεθειμένοι στην αποκλειστική επιρροή των Μαρξιστικών διδασκαλιών. Αυτοί οι άνθρωποι είναι ιδεαλιστές και υπερασπίζονται τη Φύση, και έτσι πραγματικά ανήκουν σε μας -και γενικά είναι πολύ πιο άξιοι σαν μαχητές από πολλούς αποπροσανατολισμένους νέους που αυτοαποκαλούνται Εθνικοσοσιαλιστές προσπαθώντας να ενισχύσουν το εγώ τους και να κρύψουν την ανασφάλεια και τα προσωπικά τους προβλήματα πίσω από μια στολή και αστείους βαθμούς και τίτλους. Αλλά οι περιβαλλοντιστές δεν προσελκύονται ούτε από ομάδες κρούσεως ούτε από προπαγάνδα μίσους, πράγματα που απλώς επιβεβαιώνουν την αρνητική εντύπωση του Εθνικοσοσιαλισμού. Ούτε επίσης βοηθά το να τους μιλήσουμε για τη σημασία της Φυλής, επειδή δεν έχουν ακόμα προχωρήσει τόσο πολύ στη σκέψη ώστε να βλέπουν τη σημασία του φυλετικού ζητήματος. Πρέπει να προσεγγιστούν όπου βρίσκονται τώρα και με θέματα που τους αφορούν άμεσα. Για να γίνει αυτό, είναι απαραίτητο να φτιάξουμε καλό υλικό πάνω στα περιβαλλοντικά προβλήματα, όπως αυτά αντιμετωπίζονται από την Εθνικοσοσιαλιστική σκοπιά και να πάμε στις ομάδες όπου συγκεντρώνονται αυτοί οι άνθρωποι για να διαμαρτυρηθούν εναντίον της πυρηνικής ενέργειας, της μόλυνσης και του πυρηνικού πολέμου. Δεν θα πρέπει να περιμένουμε από τους περιβαλλοντιστές να έρθουν μόνοι τους σε μας, γιατί δεν έχουν κανένα τρόπο να μάθουν τι ακριβώς είναι ο Εθνικοσοσιαλισμός, αν μάλιστα αποτύχουμε να έρθουμε σε επαφή μαζί τους, θα τους χάσουμε από τους Μαρξιστές, στα χέρια των οποίων δε πρόκειται ποτέ να κατανοήσουν όλες τις συνέπειες των ιδεών τους.

Αυτοί οι νέοι αμφισβητίες είναι εχθρικοί απέναντι μας – απλά εξαιτίας δεκαετιών εχθρικής προπαγάνδας η οποία όχι μόνο αποξένωσε ικανούς και ευφυείς ανθρώπους από κάθε είδους κίνημα που πρεσβεύει ανοιχτά τον Εθνικοσοσιαλισμό, αλλά πέτυχε και να προσελκύσει στο κίνημά μας ένα μεγάλο αριθμό ατόμων που ταιριάζουν στην προπαγανδιστική εικόνα της για τον Εθνικοσοσιαλισμό και που ήρθαν γιατί απλούστατα θέλουν να ανταποκριθούν στην εικόνα αυτή. Θέλουν να είναι τα δολοφονικά, αιμοβόρα τέρατα που περιγράφονται σε αμέτρητες παραγωγές του Χόλυγουντ και στις περιγραφές του Κίτρινου Τύπου για τους κακούς «Ναζί».

Για πάρα πολύ καιρό έχουμε δεχθεί τέτοιους ψυχοπαθείς στις γραμμές μας και για πάρα πολύ καιρό αποτυγχάνουμε να αποσυνδεθούμε από άλλες τέτοιες οργανώσεις που κάνουν το ίδιο. Το ότι μερικοί αυτοαποκαλούνται Εθνικοσοσιαλιστές και επιδεικνύουν τη Σβάστικα, δεν τους κάνει Συντρόφους μας! Πολλές οργανώσεις δεν μπορούν ακόμα να το καταλάβουν αυτό και όσο δεν το καταλαβαίνουν είναι καταδικασμένες - και, δυστυχώς, το ίδιο ισχύει και για μας, αν δεν εκμεταλλευόμαστε κάθε ευκαιρία να τους αποκηρύξουμε δημόσια. Πολύ συχνά λέγεται ότι δεν πρέπει να «βγάζουμε τα άπλυτά μας στη φόρα» μπροστά στους εχθρούς μας και ότι όλες οι «εσωτερικές διαμάχες» πρέπει να περιορίζονται στους τέσσερις τοίχους μας. Αλλά αυτά δεν είναι τα δικά μας τα άπλυτα, και βέβαια δεν πρόκειται για εσωτερική διαμάχη - είναι μια απαραίτητη εκκαθαριστική επιχείρηση, και πρέπει να γίνει δημόσια.

Οι χειρότεροι εχθροί μας, δεν είναι οι Εβραίοι ή οι Κομμουνιστές, αλλά οι ίδιοι οι άνθρωποι που ενώ αυτοαποκαλούνται Εθνικοσοσιαλιστές, ανατρέπουν με τη συμπεριφορά τους τις θεμελιώδεις αρχές της Εθνικοσοσιαλιστικής φιλοσοφίας, επιβεβαιώνοντας έτσι την παραμορφωμένη εντύπωση της Ιδέας μας που έχει αποτυπωθεί στο κοινό από τις δραστηριότητες του εχθρού μας. Δεν μπορούμε να αισθανόμαστε εμπιστοσύνη ή φιλία γι αυτούς τους ανθρώπους. Αντίθετα, πρέπει να απαλλάξουμε τους εαυτούς μας από κάθε διασύνδεση με αυτούς και να κάνουμε τα πάντα για να δείξουμε στον κόσμο ότι αυτοί δεν ανήκουν σε μας. Πάνω απ όλα, πρέπει να υποβληθούμε σε κάθε θυσία, για να κάνουμε ακριβώς αυτά τα πράγματα που δεν αναμένονται από μας.
Ο κόσμος περιμένει ότι θα υποστηρίξουμε κάθε δεξιό που επισείει τη Σβάστικα -και σίγουρα δε μας περιμένει πουθενά κοντά στην Αριστερά, επειδή τους έχουν πει ξανά και ξανά πως είμαστε δεξιοί. Συνεπώς, πρέπει να τους δείξουμε ότι τους πληροφόρησαν άσχημα. Η έκπληξη που θα προκληθεί θα κάνει μερικούς ν ακούσουν τουλάχιστον τι έχουμε να πούμε. Ακόμα, μερικοί άνθρωποι θα ξανασκεφτούν αυτά που τους έλεγαν για τον Εθνικοσοσιαλισμό όταν αντιληφθούν ότι τους έλεγαν άλλη μια φορά ψέματα γι αυτόν.

Σε σχέση με τα παραπάνω, θα έπρεπε να επισημανθεί ότι δεν είμαστε ένας ιστορικός σύλλογος. Πολλοί Εθνικοσοσιαλιστές φαίνεται να πιστεύουν ότι πρόκειται να ξαναφτιάξουμε την Εθνικοσοσιαλιστική Γερμανία και να τη μεταφυτεύσουμε σε άλλα σημεία του κόσμου. Έτσι θα ήθελε να μας κάνει ο εχθρός μας να φαινόμαστε, αλλά τα πράγματα δεν είναι έτσι! Όταν ο Χίτλερ ξεκίνησε την ιστορική του αποστολή να αναδιοργανώσει την Γερμανία, πριν από 60 περίπου χρόνια, όλο το Γερμανικό έθνος είχε γονατίσει οικονομικά, στρατιωτικά και πολιτικά. Μετά την ήττα στον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο, η Γερμανία δεν έχασε μόνο τις αποικίες της, αλλά και ένα τεράστιο μέρος του Ευρωπαϊκού εδάφους της κατοικημένο από εκατομμύρια Γερμανούς, που βρέθηκαν αποκομμένοι από την πατρίδα τους, ζώντας μια άθλια ζωή σαν μειονότητες μέσα σε ξένες χώρες, που το μόνο που ζητούσαν ήταν να τους αφανίσουν.
Η υπόλοιπη Γερμανία αποστρατιωτικοποιήθηκε τελείως και το βάρος των εξοργιστικών απαιτήσεων για πολεμικές επανορθώσεις στους κατακτητές προκάλεσε τον πιο φοβερό πληθωρισμό στην παγκόσμια ιστορία και απέκλεισε κάθε δυνατότητα οικονομικής ανάκαμψης. Μέσα σ’ αυτήν την κατάσταση, μια μικρή μειοψηφία Εβραίων μετοίκων από την Ανατολή πήρε σιγά σιγά τον έλεγχο της διαλυμένης οικονομίας, όπως και ολόκληρης της πολιτιστικής και πολιτικής ζωής της χώρας. Συγκρινόμενη με αυτή την κατάσταση, κάθε κουβέντα για σημερινή οικονομική κρίση είναι γελοία. Υλικά, κάθε χώρα της Δύσης και οι περισσότερες Κομμουνιστικές χώρες είναι σε πολύ καλύτερη θέση απ’ ότι η Γερμανία της δεκαετίας του ’20. Σήμερα είναι ζήτημα πώλησης του αυτοκινήτου ή ίσως μετακόμισης σ’ ένα φθηνότερο διαμέρισμα. Στη Γερμανία ήταν ζήτημα επιβίωσης.
Ηθικά, όμως, έχουμε μπροστά μας μια πολύ σοβαρότερη απειλή απ’ ότι ο Χίτλερ. Η Γερμανία του ήταν ακόμα μια πολύ ομογενής χώρα, όπου οι περισσότεροι άνθρωποι μοιραζόντουσαν ένα σύνολο κοινών αξιών και κανόνων και μια κοινή πίστη στην πολιτιστική παράδοση του έθνους. Ήθελαν να ξαναποκτήσουν την πρώτη τους δύναμη. Ήθελαν να είναι δυνατοί και σεβαστοί από τα άλλα έθνη. Ο Χίτλερ δεν χρειάστηκε να τους πει να αγαπούν το λαό τους και τη φυλή τους. Μπορούσε να είναι σίγουρος ότι την αγαπούσαν. Οι αξίες και οι κανόνες τους δεν ήταν όλες απαραίτητα σύμφωνες με την Εθνικοσοσιαλιστική φιλοσοφία, αλλά αποτελούσαν μια γερή βάση, πάνω στην οποία ένα Εθνικοσοσιαλιστικό κράτος μπορούσε να χτιστεί χωρίς πολλές δυσκολίες. Και έτσι, ο Χίτλερ μπόρεσε να συγκεντρώσει την πολιτική του προπαγάνδα πάνω σε πιο άμεσα αντικείμενα. Ζούσε σε βαθιά επαναστατικούς καιρούς, όπου το αίτημα για δουλειά και για τροφή ήταν πρωταρχικής σημασίας και ήξερε ότι ένα πολιτικό πρόγραμμα που θα εξασφάλιζε αυτά τα πράγματα θα του έδινε την υποστήριξη των ψηφοφόρων και έτσι θα τον έκανε ικανό να κερδίσει ισχύ, ώστε να μπορέσει να προσπαθήσει να υλοποιήσει το πολιτικό του όραμα, που – εννοείται – προχωρούσε πολύ παραπέρα από την άμεση ανάγκη για υλικά αγαθά.

Πάντως, όπως όλοι ξέρουμε, ο Εθνικοσοσιαλισμός δεν ήταν η μόνη επαναστατική δύναμη στη Γερμανία της εποχής. Οι Κομμουνιστές είχαν ακριβώς τα ίδια πλεονεκτήματα με τον Χίτλερ: ένα λιμοκτονούντα πληθυσμό διατεθειμένο να δοκιμάσει σχεδόν οτιδήποτε για να επιζήσει. Ακόμα πλεονεκτούσαν απέναντι στον Χίτλερ στο ότι είχαν το παράδειγμα της επιτυχημένης επανάστασης στη Ρωσσία. Ο Χίτλερ δεν είχε τίποτα στο οποίο θα μπορούσε να συσχετίσει τον αγώνα του. Και είναι αξιοσημείωτο ότι δεν συνέδεε το κίνημά του με καμμιά από τις ισχυρές δεξιές ιδεολογίες του παρελθόντος, όπως τη μοναρχία ή τις εκκλησίες. Η προσέγγισή του ήταν τελείως αριστερή και εξίσου αντιτιθέμενη τόσο στο Κατεστημένο, όσο και στο Κομμουνιστικό κόμμα. Όταν, τελικά, νίκησε τους Κομμουνιστές, δεν το κατόρθωσε εξοντώνοντάς τους, αλλά αποστερώντας τους από την υποστήριξή τους, απασχολούμενος με τα ίδια θέματα και υποδεικνύοντας καλύτερες λύσεις – όλες τους έπειθαν τον Γερμανό εργάτη ότι αυτός θα γινόταν καλύτερος και αξιότερος ηγέτης από τον Τέλμαν, που ήταν επικεφαλής του Γερμανικού Κομμουνιστικού Κόμματος. Μιλούσε στους ανθρώπους για ό,τι τους αφορούσε, με το λεξιλόγιο της εποχής του και υιοθέτησε ένα στρατιωτικό στυλ, που ήταν δημοφιλές σε μια χώρα γεμάτη από ηρωικούς στρατιώτες, οι οποίοι είχαν κάθε λόγο να αισθάνονται προδωμένοι από την κυβέρνηση και που ακόμα ήταν χρήσιμο σε μια κατάσταση όπου έπρεπε να συμπλακείς με τις πολυάριθμες κομμουνιστικές συμμορίες δολοφόνων, οι οποίες χρησιμοποιούσαν ίδιο στυλ και λεξιλόγιο μ’ εκείνο του Χίτλερ.

Το να προσπαθήσει κανείς να μιμηθεί το στυλ του Χίτλερ σήμερα, θα ήταν πολιτική αυτοκτονία. Και είναι γεγονός ότι αυτή η μίμηση ήταν το τέλος κάθε ομάδας που την προσπάθησε μέχρι σήμερα. Ούτε μπορεί κανείς να χρησιμοποιήσει προπαγανδιστικό υλικό του Χίτλερ. Το να το μεταφράσει, να το ανατυπώσει ή να το μιμηθεί, μέσα σε ένα τόσο διαφορετικό πλαίσιο, για οτιδήποτε άλλο εκτός από υλικό ιστορικής μελέτης, θα ήταν γελοίο. Ο Χίτλερ φρόντιζε για τις Γερμανικές μάζες της δεκαετίας του ’30. Ξέχωρα από κάθε τι άλλο, πρέπει να καταλάβουμε και να αποδεχθούμε ότι δεν υπάρχει τρόπος να κερδίσουμε τις μάζες με τις σημερινές συνθήκες. Σήμερα, ζητούμε ένα μικρό αριθμό ιδεαλιστών. Για να τους βρούμε πρέπει να στρέψουμε την προσοχή μας στα προβλήματα που απασχολούν ακριβώς το είδος των ανθρώπων που ψάχνουμε: ρύπανση, πυρηνική απειλή, η πληγή του πολυεθνικού Καπιταλισμού, κ.τ.λ.. Τα περισσότερα από τα προβλήματα αυτά ήταν άγνωστα στους συγχρόνους του Χίτλερ – αλλά αυτό δεν είναι λόγος για να μην ασχοληθούμε με αυτά!

Ο κόσμος μας έχει γίνει πολύ πιο πολύπλοκος απ’ ότι ήταν 50 χρόνια πριν και κάθε πολιτικό κίνημα που αποτυγχάνει να λάβει υπ’ όψη του αυτό το γεγονός ξεπέφτει στο επίπεδο ενός αναχρονιστικού απολιθώματος. Πρέπει να παραδεχτούμε ότι έχουμε γενικά την τάση να μιλάμε και να γράφουμε πάρα πολύ για την Εθνικοσοσιαλιστική Γερμανία. Παρ’ όλο που μπορούμε να δείξουμε όλα τα καλά που έκανε ο Χίτλερ για τη Γερμανία, οι άνθρωποι τους οποία ζητάμε σήμερα δεν ενδιαφέρονται και πολύ για το τι συνέβη πριν 50 χρόνια. Ενδιαφέρονται για την δική τους εποχή – και για το μέλλον. Βέβαια, όταν γαντζωνόμαστε τόσο πολύ στο παρελθόν, ένας από τους λόγους είναι ότι η Εθνικοσοσιαλιστική Γερμανία είναι το μόνο παράδειγμα εφαρμοσμένου Εθνικοσοσιαλισμού που έχει δει ο κόσμος και ότι αυτό το σύντομο χρονικό διάστημα των 12 χρόνων αντιπροσωπεύει τη μόνη δόξα και επιτυχία που είχε ποτέ το Κίνημά μας. Αυτό δεν είναι κατακριτέο. Το χρειαζόμαστε σ’ αυτούς τους δύσκολους καιρούς των ταπεινώσεων και των διωγμών.

Το χρειαζόμαστε για να δείξουμε στους εαυτούς μας ότι κάποτε ο Εθνικοσοσιαλισμός ήταν νικηφόρος – παρ’ όλες τις αντιξοότητες. Αλλά, είναι πάρα πολύ επικίνδυνο ο σεβασμός και ο θαυμασμός για το παρελθόν, αντί να είναι μια παραγωγική έμπνευση, να μετατρέπονται σε νοσταλγική προσκόλληση σε μια περασμένη εποχή, ή σε τυφλή αγάπη για τα δευτερεύοντα χαρακτηριστικά του NSDAP, για τις στολές, τους βαθμούς, τα κουρέματα, τα σύμβολα και ακόμα για το στυλ της ομιλίας της δεκαετίας του ’30. Δεν έχει σημασία η εξωτερική εμφάνιση, αλλά η εσωτερική ιδέα και αυτή είναι που πρέπει να συνεχίσουμε. Όπως και ο Χίτλερ, πρέπει να αποφύγουμε να παγιδευτούμε από την ιστορία. Με άλλα λόγια, πρέπει να δείξουμε πώς ο Εθνικοσοσιαλισμός μπορεί να λύσει το πρόβλημα της ανεργίας σήμερα – και όχι πώς το έλυσε ο Χίτλερ στα 1933. Η ιδέα πίσω από τον Εθνικοσοσιαλισμό υπερβαίνει και τον Χίτλερ και τον ίδιο τον Εθνικοσοσιαλισμό. Ο Χίτλερ την εφάρμοσε σε παλαιότερο χρόνο και τόπο, εμείς πρέπει να την εφαρμόσουμε στον δικό μας. Η ιδέα αυτή είναι άχρονη, γιατί αντιπροσωπεύει την ίδια την αρχή βάσει της οποίας η Φύση ζει και δημιουργεί.

Υπάρχει από την αρχή του χρόνου και θα υπάρχει για πάντα, όσο υπάρχει το σύμπαν, αδιάφορο αν η Αρία φυλή – ή το ανθρώπινο είδος – υπάρχει ή όχι. Ο άνθρωπος έχει εγκαταλείψει αυτή την αρχή και αποστολή μας είναι να του δείξουμε ότι δεν μπορεί να το κάνει αυτό ατιμώρητα και ότι όλα του τα σημερινά προβλήματα προκαλούνται από την παράλογη πίστη ότι ο άνθρωπος στέκεται πάνω από την Φύση. Κάνοντάς το αυτό, θα πρέπει να είμαστε τόσο λίγο συνδεδεμένοι με την Εθνικοσοσιαλιστική Γερμανία, όσοι οι άλλοι αριστεροί είναι συνδεδεμένοι με τη Σοβιετική Ένωση.

Θα πρέπει επίσης να μάθουμε πολλά από τον τρόπο οργανώσεως των άλλων αριστερών ομάδων. Είναι συνηθισμένο να ισχυριζόμαστε ότι οι μαρξιστικές οργανώσεις αποτελούνται από ανθρώπινα σκουπίδια. Αυτό βέβαια μπορεί να είναι αλήθεια για τους οπαδούς ορισμένων ομάδων, αλλά ο σκληρός πυρήνας των σοβαρών μαρξιστικών οργανώσεων οργανώνεται σε σχήματα που είναι σίγουρο ότι εξασφαλίζουν ποιότητα και αφοσίωση. Τα μέλη πολύ συχνά υποχρεούνται σε συνδρομή και απαιτείται από αυτούς να αφιερώνουν ένα ορισμένο αριθμό βραδιών κάθε βδομάδα στην ιδεολογική εκπαίδευση και σε πρακτικές δραστηριότητες.

Οι συνολικές απαιτήσεις από έναν μαρξιστή υπερβαίνουν κατά πολύ οτιδήποτε έχουμε ποτέ τολμήσει να περιμένουμε από τα δικά μας μέλη. Αυτό λέει κάτι για την ποιότητα και ακόμα εξηγεί γιατί οι μαρξιστές τα πάνε τόσο πολύ καλύτερα από εμάς – παρά το γεγονός ότι αυτά που κηρύσσουν είναι βλακείες πρώτου μεγέθους. Αλλά, ανάμεσα στους Εθνικοσοσιαλιστές επικρατεί η γνώμη ότι το να υιοθετηθούν μέθοδοι που θεωρούνται μαρξιστικές φέρνει μαζί του και το φόβο της, κατά κάποιον τρόπο, «μόλυνσής» μας από τον μαρξισμό. Ισχυρίζονται ότι θα βγάλουμε κακό όνομα, τόσο στους φίλους όσο και στους εχθρούς.

Τώρα βέβαια, ήδη έχουμε κακό όνομα – για να λέμε την αλήθεια, δεν μπορεί να γίνει χειρότερο απ’ ότι είναι. Αλλά, αφού δεν ενδιαφερόμαστε να κερδίσουμε παραδοσιακούς συντηρητικούς, τι μας πειράζει αυτό;

Αν αυτοί δεν μπορούν να ξεχωρίσουν τον Κομμουνισμό από τον Εθνικοσοσιαλισμό, είναι δικό τους πρόβλημα, όχι δικό μας! Στην περίπτωση αυτή δείχνουν μια έλλειψη ευφυΐας, που τους κάνει άχρηστους για εμάς. Δεν μπορούμε να επιτρέψουμε στους εχθρούς μας να αποφασίζουν ποια είναι η Εθνικοσοσιαλιστική άποψη και ποια όχι, και σίγουρα δεν μπορούμε να αφήσουμε όλους τους «καλούς σκοπούς» στους μαρξιστές, μόνο και μόνο για να ευχαριστήσουμε ανθρώπους που έχουν έτσι κι αλλιώς αποδειχθεί τελείως άχρηστοι σε εμάς. Αυτό το κάνουμε ήδη εδώ και πολύ καιρό – και αυτός είναι ένας άλλος λόγος που οι μαρξιστές είχαν τόση επιτυχία και μπόρεσαν να κυριαρχήσουν σε τεράστια τμήματα της πολιτικής και διανοητικής μας ζωής, ενώ οι Εθνικοσοσιαλιστές αισθάνονται υποχρεωμένοι να λένε «ναι» στο ΝΑΤΟ, στην Ευρωπαϊκή Οικονομική Κοινότητα, στην ατομική βόμβα, στον Καπιταλισμό, στην απεριόριστη «ελεύθερη επιχείρηση» κ.τ.λ.. Καιρός είναι να αλλάξει αυτό!

Ας μη συνεχίζουμε να κάνουμε αυτό που ο κόσμος περιμένει από εμάς. Ας κάνουμε αυτά που ο Εθνικοσοσιαλισμός μας διδάσκει να κάνουμε – όχι ό,τι ο κόσμος νομίζει ότι μας διδάσκει. Σχετικά με τα παραπάνω, η λυπηρή αλήθεια είναι ότι πολλοί Εθνικοσοσιαλιστές στην σκέψη τους έχουν πέσει θύματα της χειρότερης μορφής δεξιάς αντικομμουνιστικής προπαγάνδας. Το πιο σίγουρο είναι ότι η σοβαρότερη απειλή εναντίον του Ανθρώπου δεν προέρχεται από τη Μόσχα, το Πεκίνο ή την Αβάνα. Με κανένα τρόπο δεν μπορεί κάποιος να κατηγορήσει τους Κομμουνιστές για την αξιοθρήνητη κατάσταση του σημερινού κόσμου – για τα ναρκωτικά, το έγκλημα, την πορνογραφία, τους πυρηνικούς εξοπλισμούς, την φυλετική συγχώνευση, τη ρύπανση, κ.τ.λ.. Αυτό που πρέπει να κατηγορούμε είναι το σημερινό κυβερνητικό σύστημα – όχι τους Κομμουνιστές, ούτε τους Εβραίους!

Πρέπει να κατανοήσουμε ότι αυτές οι πληγές έχουν δημιουργηθεί από τους δικούς μας διεφθαρμένους και ανήθικους πολιτικούς και χρηματιστές και ότι εμείς, οι Άριοι λαοί της υφηλίου, αφήσαμε από μόνοι μας τα πράγματα να έρθουν τόσο άσχημα. Δεν είναι μια ξένη κυβέρνηση, αλλά αυτό το σημερινό σύστημα η απειλή για την ύπαρξη του πλανήτη και χωρίς αυτό το σύστημα δεν θα υπήρχε σήμερα ούτε Σοβιετική Ένωση, ούτε κανένα άλλο Κομμουνιστικό κράτος. Ο Κομμουνισμός θα είχε αφανιστεί κατά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, αν η Δύση δεν είχε δώσει στη Σοβιετική Ένωση τα αναγκαία όπλα και την απαραίτητη τεχνολογία. Ακόμα και σήμερα, όλα τα Κομμουνιστικά κράτη θα διαλύονταν αμέσως, αν δεν υποστηρίζονταν συνέχεια από Δυτικές κυβερνήσεις και από τραπεζίτες, που κερδίζουν περιουσίες από το εμπόριο με αυτές τις χώρες – και με το δανεισμό χρημάτων σε αυτές.

Οι Κομμουνιστές σίγουρα το ξέρουν αυτό και έχουν πολλές ασχολίες, με το να κρατούν την Ανατολική Ευρώπη στη γραμμή τους και να εξασφαλίζουν το Κομμουνιστικό καθεστώς στο Αφγανιστάν, για να αποτελέσουν σοβαρό κίνδυνο για τη Δύση. Το ενδιαφέρον είναι ότι οι ίδιες πολυεθνικές επιχειρήσεις, που αποκομίζουν τεράστια κέρδη από το εμπόριο με το κομμουνιστικό μπλοκ, θησαυρίζουν και με την παραγωγή όπλων, τα οποία οι πολιτικοί μας προσπαθούν να μας πείσουν ότι είναι αναγκαία για να υπερασπιστούμε τους εαυτούς μας από τους Κομμουνιστές – σαν να μπορούσες να υπερασπίσεις οτιδήποτε καταστρέφοντας κάθε ζωή σε έναν πυρηνικό πόλεμο. Αυτό είναι βέβαια τελείως γελοίο – αλλά είναι, παρ’ όλα αυτά, το πολιτικό και οικονομικό σύστημα που υπερασπίζεται με τόσο πάθος η δεξιά. Ας μην υπάρχει καμμιά αμφιβολία: ο Κομμουνισμός θα ήταν βέβαια ένα πολύ δυσάρεστο πράγμα, αλλά δεν θα σήμαινε και το τέλος του κόσμου. Η χριστιανική φιλελεύθερη δημοκρατία όμως θα σήμαινε αυτό το τέλος! Υπάρχει πολύ περισσότερη φυλετική καθαρότητα στην Ανατολική Ευρώπη απ’ οπουδήποτε στη Δύση – απλά επειδή το όχι αποτελεσματικό οικονομικό σύστημα δεν προσελκύει τη μετανάστευση από τον Τρίτο Κόσμο ακόμα, η φυλετική συνείδηση των Ρώσσων, που είναι το κυρίαρχο έθνος στην Σοβιετική Ένωση, υπόσχεται μια οπωσδήποτε καλύτερα προσιτή επιβίωση της Αρίας Φυλής, απ’ ότι τα οράματα των φιλελευθέρων και συντηρητικών Αμερικανών πολιτικών. Είναι αλήθεια, βέβαια, ότι ο Κομμουνισμός δεν υποστηρίζει στην θεωρία ρατσιστικές αρχές – αλλά στον Κομμουνισμό θεωρία και πράξη είναι δύο πολύ διαφορετικά πράγματα. Αναμφίβολα, ο υλισμός που προσφέρεται από τη Δύση είναι πιο ελκυστικός βραχυπρόθεσμα, αλλά αυτή η ευχάριστη ζωή είναι πολύ πιθανό να δώσει τη θέση της σε ένα κατακλυσμό, που θα μπορούσε πολύ εύκολα να αφανίσει κάθε ζωή στη γη. Όμως, με ένα γερό πολιτικό σύστημα στη Δύση, τα Κομμουνιστικά κράτη δεν θα μπορούσαν να υπάρξουν. Απλούστατα, δεν θα μπορούσαν να επιβιώσουν από μόνα τους και οι πεινασμένοι πληθυσμοί τους θα εξεγείρονταν. Το ίδιο πράγμα θα συνέβαινε και αν οι Κομμουνιστές καταλάμβαναν τη Δύση – το καθεστώς τους δεν θα κρατούσε για πολύ.

Σ’ αυτό το σημείο, μπορεί κάποιος να επιχειρήσει να ρωτήσει αν θα έπρεπε να σταματήσουμε κάθε συζήτηση γύρω από τον Εθνικοσοσιαλισμό και τη Σβάστικα και να μεταμφιεστούμε σε «πραγματικούς» αριστερούς, με μια νέα ιδέα, που θα μπορούσε εύκολα να πουληθεί στον κόσμο κάτω από ένα διαφορετικό όνομα. Αυτό βέβαια δεν είναι δυνατό. Το να επιχειρήσουμε μια τέτοια προσέγγιση σημαίνει ότι υποτιμούμε τους εχθρούς μας. Δεν τους νοιάζει και τόσο πολύ το όνομα ή το σύμβολο. Αυτό που τους νοιάζει είναι η Ιδέα και αυτή δεν θα μπορούσαμε να την παραποιήσουμε τόσο ώστε να γίνει αγνώριστη. Ο εχθρός μας θα αντιστρατεύεται πάντοτε οτιδήποτε είναι καλό για το λαό μας, και θα ισχυριζόταν - και με το δίκιο του – ότι δεν είμαστε παρά «Ναζί». Τότε θα έπρεπε να αφιερώσουμε πάρα πολλή προσπάθεια για να «αποδείξουμε» ότι δεν είμαστε, Αυτό θα ήταν γελοίο. Πολλές οργανώσεις το προσπάθησαν, καμμιά δεν πέτυχε ποτέ.
Υπάρχει μόνον ο δύσκολος δρόμος: να αποδείξουμε ότι ο Εθνικοσοσιαλισμός δεν είναι αυτό που πιστεύει ο κόσμος και ότι είναι ο μόνος τρόπος για να εξασφαλίσουμε τη συνέχιση της ζωής σ’ αυτόν τον πλανήτη. Ξέρουμε ότι είμαστε σε αδύνατη θέση, αλλά για να είμαστε ειλικρινείς, θα έπρεπε να είμαστε μάλλον ευχαριστημένοι, που δεν έχουμε την ανησυχία του να καταλάβουμε την εξουσία αμέσως τώρα. Απλούστατα, δεν θα μπορούσαμε να την χειριστούμε, Αυτό είναι ένα από τα δυσάρεστα γεγονότα, το οποίο πολλοί Εθνικοσοσιαλιστές – και άνθρωποι που αυτοαποκαλούνται Εθνικοσοσιαλιστές – φαίνεται να παραβλέπουν εντελώς.Θα ήταν ελάχιστα χρήσιμο για εμάς να κερδίσουμε τις μάζες αύριο το πρωί, όταν δεν θα έχουμε τον απαραίτητο αριθμό Εθνικοσοσιαλιστών ειδικών για να κάνουμε ένα Εθνικοσοσιαλιστικό κράτος να λειτουργήσει. Χρειαζόμαστε οικονομολόγους, δικαστικούς, διοικητικούς υπαλλήλους, βιολόγους, κ.τ.λ. που να είναι επίσης Εθνικοσοσιαλιστές.

Η εξουσία δεν θα πρέπει να γίνεται αυτοσκοπός. Θέλουμε να δημιουργήσουμε μια Νέα Τάξη, επειδή θέλουμε έναν καλύτερο κόσμο, αλλά ένας καλύτερος κόσμος δεν μπορεί να δημιουργηθεί από το πουθενά. Χρειάζονται πολλοί αφοσιωμένοι άνθρωποι, με βαθιά μόρφωση για να αναλάβουν ένα τέτοιο έργο. Και αυτή τη στιγμή είναι σημαντικότερο να κερδίσουμε έναν αριθμό από αυτούς τους ανθρώπους, παρά να διεξάγουμε μία εκ των προτέρων χαμένη μάχη στους δρόμους για να εντυπωσιάσουμε μερικά συμπλεγματικά άτομα. Και πάλι, η Εθνικοσοσιαλιστική Γερμανία μας δίνει ένα πολύ διδακτικό παράδειγμα.

Ένας από τους λόγους για τους οποίους το πείραμα της κατασκευής από την αρχή μίας Εθνικοσοσιαλιστικής τάξης δεν μπορούσε να ολοκληρωθεί και το καινούριο κράτος δεν μπορούσε να αντέξει στην πίεση από τον εξωτερικό κόσμο, ήταν ότι ο Αδόλφος Χίτλερ ήταν υποχρεωμένος να βασίζεται σε ένα μεγάλο αριθμό ειδικών που απεχθάνονταν τον Εθνικοσοσιαλισμό. Απλά, δεν είχε το χρόνο να εκπαιδεύσει και να επιμορφώσει αρκετούς Εθνικοσοσιαλιστές, επειδή έπρεπε να συγκεντρώσει τις δυνάμεις του στο να κερδίσει τον λαό, πριν πάρουν οι Κομμουνιστές την εξουσία. Πρέπει να είμαστε ευχαριστημένοι που δεν έχουμε τέτοιο πρόβλημα. Έτσι κι αλλιώς, κάτω από τις σημερινές συνθήκες, δεν θα μπορούσαμε ποτέ να κερδίσουμε μια επαναστατική νίκη, γι’ αυτό ας συγκεντρώσουμε τις προσπάθειές μας στο να φτιάξουμε γερά θεμέλια για ένα μελλοντικό μαζικό κίνημα.

Πάντως, ας είμαστε ρεαλιστές. Θα μπορούσε ακόμα κι αυτό να αποβεί μια χαμένη μάχη, Κανείς δεν μας εγγυάται ότι πρόκειται ποτέ να νικήσουμε. Για να είμαστε ειλικρινείς, δεν έχουμε τίποτα άλλο από μία αόριστη ελπίδα για να υποστηρίξει την πεποίθησή μας ότι θα νικήσουμε. Όμως, η ίδια η Φύση ίσως αφανίσει το ανθρώπινο είδος από το πρόσωπο της γης, επειδή παραμέλησε τους νόμους του σύμπαντος. Αυτό μπορεί να επιφυλάσσει το μέλλον για εμάς. Εμείς όμως, οι Εθνικοσοσιαλιστές, έχουμε αποφασίσει να μην δεχθούμε μια τέτοια εξέλιξη χωρίς αγώνα – ακόμα κι αν αυτός είναι άνισος στο έπακρο! Αλλά δεν επιθυμούμε να γίνουμε μάρτυρες μιας χαμένης υπόθεσης – κι αυτό ακριβώς θα γίνουμε αν παραμείνουμε προσκολλημένοι στους παλιούς τρόπους.

Σαν Κίνημα, ήμασταν αξιοσημείωτα αποτυχημένοι ως τώρα. Είναι καιρός να αφυπνισθούμε και να αναγνωρίσουμε την αληθινή σημασία των ιδεών μας. Ένα πρώτο βήμα είναι να γίνουμε επαγγελματίες επαναστάτες. Πρέπει να αφήσουμε πίσω μας την δεξιά μας συμπεριφορά και να αντιληφθούμε ότι είμαστε αριστεροί.

Ακόμα, θα πρέπει να σταματήσουμε να κατηγορούμε τους άλλους για την κακή κατάσταση στην οποία βρισκόμαστε. Εμείς ήμασταν οι χειρότεροι εχθροί μας, από κάθε άποψη, και δεν χρειαζόμαστε αποδιοπομπαίους τράγους!

Κάθε αλλαγή που επιθυμούμε πρέπει να αρχίσει σαν βασική αλλαγή στην συμπεριφορά των δικών μας ανθρώπων. Αυτός είναι ένας πολύ δύσκολος στόχος – αλλά η σκέψη του τι μπορεί να συμβεί, αν δεν επικρατήσουμε, μας κάνει διατεθειμένους να προσπαθήσουμε!
National Socialism - A Left Wing Movement (1984)

Χωρίς θάνατο δεν υπάρχει Ανάσταση


γράφει ο Πολύδωρος Ιππ. Δάκογλου.


1. Ο ΚΥΚΛΟΣ ΤΗΣ ΠΑΡΑΚΜΗΣ
Ο εθνικιστικός πολιτικό- ιδεολογικός χώρος πάσχει. Πάσχει από έλλειψη στρατηγικής. Πάσχει από ρεαλιστική προσέγγιση των εξελίξεων και ακόμη πάσχει από μια αθεράπευτη εσωστρέφεια.
Τα στελέχη του, παλαιότερα και σημερινά, στην μεγάλη τους πλειοψηφία, αρνούνται να κατανοήσουν την αλήθεια και τον τρόπο εφαρμογής της σπουδαίας αρχής που δίδαξε ο Λε Μπον, περί«Ηγουμένων μειοψηφιών».
Επηρεασμένα από την Μαρξιστική θεώρηση των πραγμάτων αναζητούν την δικαίωσή τους στο πλήθος και στο σήμερα. Λειτουργούν μιμούμενοι τις μεθόδους δράσης των συστημικών πολιτικών ομάδων και ξεχνούν την διαφορά του ελληνικού, Ιωνικού, φωτεινού και λεπτεπίλεπτου ρυθμού, από τον Βόρειο, Γοτθικό, ογκώδη και σκοτεινό ρυθμό.
Ξεχνούν ακόμη ότι κάθε τι που γεννιέται (οργανισμοί, σχηματισμοί, κοσμοθεωρίες, φαινόμενα) νομοτελειακά θα διαγράψει τον κύκλο του και θα πεθάνει…

Έτσι τους διαφεύγει η αλήθεια. Αρνούνται να αποδεχτούν και να πιστέψουν ότι «την ώρα που η φύση αρρωσταίνει» δεν είναι δυνατόν να επικρατούν «οι φυσικές αξίες». Οι αξίες του ελληνισμού και του εθνικισμού.
Βλέπουν τις εξελίξεις με αρνητική οπτική. Έτσι, ξεχνούν ότι οι εποχές της παρακμής γεννούν σπουδαίους ήρωες και φιλοσόφους. Είναι οι εποχές που δοκιμάζεται η πίστη και η θέληση για Νίκη.
Εν κατακλείδι. Ζούμε σε μια μεγαλειώδη εποχή όπου ένα σύστημα αξιών (το ελληνικό σύστημα) απωθείται από ένα άλλο που επικρατεί (το σύστημα των Σιωνιστικών αξιών). Είναι η εποχή της δοκιμασίας. Της πορείας, με μόνη πυξίδα την πίστη στην ρήση του Γιαννόπουλου.
«Προορισμός του Έλληνος
εις τον κόσμο αυτόν
ήτο, είναι και θα είναι
ο εξανθρωπισμός της οικουμένης».
Μια ρήση που για τους δημιουργούς πρέπει να είναι πηγή αστείρευτης αντοχής, ανοχής και προσπάθειας.

2.  Η ΔΗΜΙΟΥΡΓΙΚΗ ΛΟΓΙΚΗ ΤΩΝ ΑΓΩΝΙΣΤΩΝ
Παρακολουθώ με προβληματισμό, νέους εθνικιστές να δαπανώνται σε ενέργειες χωρίς ουσία και σε αρνητικές δράσεις που τελικά- τελικά, υπηρετούν «το σύστημα».
Βλέπω την δύναμη της ψυχής τους να μεταφράζεται σε συγκρούσεις, που όμως γίνονται εντός πεδίων που έχουν επιλεγεί από του συστημικούς μας αντιπάλους.
Βλέπω δηλαδή να δίνονται μάχες σε τόπο και σε χρόνο που διαλέγουν οι αντίπαλοι, οι οποίοι κρατούν για τον εαυτό τους όλα τα πλεονεκτήματα. Παρακολουθώ συγκρούσεις όπου, τα δεδομένα είναι τέτοια που να μετατρέπουν τους εθνικιστές σε «σάκους του μποξ» ή σε «αφορμές επιβεβαίωσης της ισχύος του συστήματος", με ότι αυτό μπορεί να σημαίνει στον ψυχισμό των φιλικών ή των εχθρικών δυνάμεων.
Η θετική δράση και η δημιουργικότητα, που σε ώρες ακμής πρέπει να χαρακτηρίζουν μια εθνικιστική συλλογικότητα, έχουν απωθηθεί στο περιθώρειο και τα υποκατάστατά τους που έρχονται στο προσκήνιο, είναι η αντίθεση και η άρνηση.
Δεν νοιώθουμε Ελεύθεροι, γιατί μας λείπει η Πίστη και ο Σκοπός.
Δεν νοιώθουμε Ικανοί, γιατί μας λείπει η στρατηγική και η τακτική.
Δεν νοιώθουμε Δυνατοί, γιατί «αυτό που θεωρούμε δύναμη είναι η εικονική πραγματικότητα που διαχειρίζεται το σύστημα της παρακμής».
Πόσο δύσκολο είναι να πιστέψουμε στην διαφορετικότητά μας; Πόσο δύσκολο είναι να διεκδικήσουμε την ευθύνη της ύπαρξης και της εξάπλωσής μας; Πόσο δύσκολο είναι να καταλάβουμε ότι πρέπει να είμαστε γεννήτορες και μήτρες των Ελλήνων που θα ξαναφέρουνε το φως για να νικήσουν το σκοτάδι;
«Ομπρός βοηθάτε να σηκώσουμε τον ήλιο πάνω από την Ελλάδα» έγραψε ο Αγγελος Σικελιανός.
Όχι για να μας φωτίσει, συμπληρώνω εγώ, αλλά για να προσελκύσει τα βλέμματα των ανθρώπων προς την κοιτίδα του εξανθρωπισμού τους.
Είναι πιο εύκολη η άρνηση από την θέση. Είναι πιο εύκολη η αντίδραση από την δημιουργία. Είναι πιο εύκολο το γκρέμισμα από το χτίσιμο.
Όμως, εμείς οφείλουμε να διαλέξουμε τον δρόμο της προσφοράς. Μιας προσφοράς που, παρουσιάζοντας νέα πρότυπα, θα εμπνεύσει την αλλαγή. Θα αναδείξει τις αναλλοίωτες αξίες του Έθνους, της Φυλής, της Συντροφικότητας και της θυσίας υπέρ των πολλών.
Οι ιδέες μας απαιτούν να είμαστε μοναδικοί. Και ας μην ξεχνάμε πως η μοναδικότητα σφυρηλατείται ατομικά. Τα αντίγραφα είναι αυτά που βγαίνουν από καλούπια.

3. ΤΟ ΑΥΡΙΟ ΜΑΣ ΠΕΡΙΜΕΝΕΙ…
Σε μια υφήλιο που καταστρέφεται. Σε μια κοινωνία που σαπίζει… Σε μια πατρίδα που χάνεται, οι σκέψεις μας πρέπει να είναι απλές και οι πράξεις μας επίμονες!
«Εμείς θα υπάρξουμε»!
«Εμείς θα διατηρήσουμε την φύτρα».
«Εμείς θα φτιάξουμε τον κόσμο του αύριο».

Να προσέξουμε όμως. Να επιλέξουμε προσεκτικά τα πρότυπα. Να εισχωρήσουμε σε αυτά, κάτω από την επιφάνεια. Να ανακαλύψουμε την πηγή της έμπνευσης και της δύναμης, που τα έκανε να ξεχωρίζουν. Να παραλάβουμε την ουσία και την ενέργεια του αξιακού συστήματος που τα ανέδειξε. Να μελετήσουμε τις εποχές που έδρασαν. Να αφήσουμε ανεπηρέαστο τον εαυτό μας από τα δευτερεύοντα και τα εύκολα. Να αποφύγουμε τα στερεότυπα της εποχής τους. Να βρούμε και εμείς τον κώδικα επικοινωνίας με τους επαναστάτες της εποχής μας. Να δημιουργήσουμε την δική μας σημειολογία. Τους δικούς μας κώδικες διάκρισης.
Να καταλάβουμε ότι «Έλληνες δεν είμαστε μόνο εμείς». Ότι εμείς θέλουμε να γίνουμε οδηγοί των Ελλήνων. Καταστροφείς του σκηνικού που έχει στηθεί. Δημιουργοί του κόσμου που ονειρευόμαστε. Υπηρέτες και ηγέτες του Λαού μας.
Μπορούμε;
Εάν η απάντηση είναι το ΝΑΙ, τότε ο δρόμος είναι καθαρός. Ξεχνάμε την γκρίνια και τον απομονωτισμό. Παραβλέπουμε το Εγώ και το τίμημα. Θυμόμαστε την δύναμη του παραδείγματος και χαράζουμε το δύσβατο μονοπάτι του Ηρωικού ανθρώπου. Πίσω από εμάς, ο κόσμος ο πολύς, θα μετατρέψει το μονοπάτι σε δρόμο. Και τότε αυτή θα είναι η Νίκη. Ο δρόμος της Ελλάδος θα μετατραπεί σε λεωφόρο απελευθέρωσης των Λαών από το παρακμιακό σύστημα των σιωνιστικών αξιών που έχει κυριαρχήσει.

Ας είμαστε ρεαλιστές. Στην αέναη μάχη του φωτός και του σκότους, στην εποχή μας, η κυριαρχία του σκότους είναι απόλυτη. Χωρίς συμμάχους και απομονωμένοι από την κοινωνία, το μόνο που μπορούμε να διεκδικήσουμε είναι μια θέση καλόγερου σε εθνικιστικό μοναστήρι..
Αν όμως νοιώθουμε την επιθυμία να νικήσουμε το σύστημα και αν μπορούμε να δούμε την αυγή της επόμενης ημέρας, που θα την ζήσουν οι επόμενοι από εμάς, τότε η συνταγή που αναζητάμε υπάρχει…
«Ο καθημερινός, επίμονος, επίπονος, και πολυμέτωπος αγώνας, θα φέρει την Νίκη».

4.  ΑΠΟ ΤΗΝ ΘΕΩΡΙΑ ΣΤΗΝ ΠΡΑΞΗ
Η σιγουριά ενός μεγάλου σχηματισμού όπου ο καθένας από εμάς θα αναλάβει έναν ρόλο (στρατιώτη, αξιωματικού ή και ηγέτη), είναι σήμερα ανέφικτη. Θα πρέπει ο καθένας μας να νοιώσει και να γίνει, συγχρόνως, στρατιώτης και αξιωματικός. Μέρος και όλον μας αόρατης στρατιάς. Να δίνει τις μάχες του στους κοινωνικούς χώρους. Να ανακαλύπτει την φιλοπατρία πίσω από την επιφάνεια της έξαρσης σε ώρα νίκης μιας αθλητικής ομάδας.
Να διακρίνει την αίσθηση προσφοράς προς το σύνολο στους διεκδικητικούς αγώνες της νεολαίας ή των αδικουμένων.
Να ξεχωρίζει τους λίγους που παρασύρουν τους πολλούς και τους βγάζουν από την ραστώνη του ωχαδελφισμού και να τους προσεγγίζει. Με σχέδιο! Με υπομονή! Με στόχο να τους κάνουμε δικούς μας.
Να συσπειρωθούμε και να στηρίξουμε όλα τα ενεργά κύτταρα εθνικιστικής και πατριωτικής προσπάθειας. Εφημερίδες, εκδοτικούς οίκους, σωματεία, Blogs και πρόσωπα. Συμμετέχοντας και βοηθώντας, αυτούς που η ζωή αναδεικνύει και τους ξεχωρίζει. Βάζοντας στόχους εφικτούς. Που να μπορούν να συντηρούν, να εμπλουτίζουν και να ανανεώνουν τον χώρο μας.
Και ας μην ξεχνάμε, σε κάθε μάχη, χρειαζόμαστε έναν εχθρό και έναν σκοπό. Εχθρός μας δεν είναι το σύστημα. Αυτό υπάρχει γιατί εμείς του παραχωρήσαμε χώρο. Εχθρός μας είναι ο εαυτός μας. Η ολιγωρία μας. Η ματαιοδοξία μας. Η αναβλητικότητα και η αμορφωσιά μας.
Σκοπός μας είναι να αναδείξουμε την διαφορετικότητά μας. Να ξεχωρίσουμε. Να πείσουμε. Να εμπνεύσουμε. Να οδηγήσουμε. Να ξαναβγάλουμε στην επιφάνεια τον Έλληνα Νικητή. Νικητή στην δύσκολη και αέναη μάχη της πολιτισμικής επιρροής. Νικητή στην διαρκή σύγκρουση με κάθε γεωπολιτικό αντίπαλο. Νικητή στο πεδίο της οικονομικής αυτοδυναμίας. Νικητή στην λυτρωτική σύγκρουση των αξιακών συστημάτων Ελληνισμού και Σιωνισμού.
Και τελειώνοντας, απευθυνόμενος σε όσους λιγόψυχους κουνάνε το κεφάλι σκωπτικά, τους λέω:
Ναι! Σήμερα, Ελλάδα και Εθνικισμός «είμαστε πεθαμένοι». Κάναμε δηλαδή το πρώτο βήμα. Γιατί βεβαίως ο θάνατος είναι αναγκαία προϋπόθεση για την Ανάσταση.

Υ.Γ1: Ας μην μας φοβίζει ο θάνατος του Ελλαδικού Κρατιδίου. Αυτό έχει ξανασυμβεί πολλές φορές στο διάβα της ιστορίας.. Το έθνος είναι η ουσία. Και το έθνος έχει φροντίσει για το μέλλον του Ελληνισμού δημιουργώντας πολλές εστίες διασποράς. Τον ελληνισμό του εξωτερικού.
Υ.Γ2: Ας μην μας φοβίζει η παρακμή των Ελλήνων. Σημάδι κόπωσης είναι. Ένστικτο αυτοσυντήρησης είναι. Ας θυμηθούμε τον Περικλή Γιαννόπουλο που έγραψε: «Αν ποτέ οι Έλληνες χαθούν, αυτή η γη πάλι Έλληνες θα γεννήσει».

3 Σεπτεμβρίου 2012

Πώς η κυβέρνηση Σαμαρά τιμά την επέτειο του ΠΑΣΟΚ


του Ναπολέοντα Λιναρδάτου


Μπορεί το ΠΑΣΟΚ να είναι το τρίτο κόμμα αλλά η πολιτική κουλτούρα του
παραμένει κυρίαρχη. Η κυβέρνηση Σαμαρά τιμά την επέτειο του κινήματος
αυτή την εβδομάδα προετοιμάζοντας μια νέα φόρο-επιδρομή στο είδος υπό
εξαφάνιση που λέγεται ελληνικός ιδιωτικός τομέας. 

Το κράτος Τσοχατζόπουλου χρειάζεται όλο και περισσότερα χρήματα.
Εξάλλου η οικογένεια του επί 24ου προέδρου της Βουλής Πολύδωρα μπορεί
να έχει ανάγκη για νέους νομότυπους διορισμούς προκειμένου να
αντεπεξέλθει οικονομικά. Επομένως, είσαι ελεύθερος επαγγελματίας;
πλήρωνε, έμπορος; πλήρωνε, αγρότης; πλήρωνε, βιοτέχνης; πλήρωνε.
Το κράτος Τσοχατζόπουλου-Πολύδωρα χρειάζεται τα λεφτά σου.

«Ή πληρώνεις ή πας φυλακή» ήταν ο τίτλος του Βήματος. Στο ρεπορτάζ
διαβάζουμε «το ζήτημα αυτό ανακίνησε πρώτος ο ίδιος ο κ. Αντ. Σαμαράς
διαπιστώνοντας πως, παρ' ότι οι διωκτικές αρχές έχουν εντοπίσει τους
τελευταίους μήνες έναν μεγάλο αριθμό φοροφυγάδων, το όφελος για την
ελληνική οικονομία είναι σχεδόν μηδαμινό.»

Έχει ενδιαφέρον ότι την ιδέα του «Ή πληρώνεις ή πας φυλακή» την
εφηύρε ο κατά τ’ άλλα φιλελεύθερος πρωθυπουργός και όχι κάποιος
Συριζαίος γραφειοκράτης του υπουργείου οικονομικών όπως θα ήταν
φυσικό. Μάλιστα, σύμφωνα με το ρεπορτάζ, η φόρο-επιδρομή γίνεται προς
όφελος της ελληνικής οικονομίας! Σε αυτή την 38η επέτειο ίδρυσης του
ΠΑΣΟΚ, ο πρόεδρος της ΝΔ και πρωθυπουργός, ετοιμάζει μια επιπλέον
φόρο-επιδρομή στον μικρό, αδύναμο και υπό εξαφάνιση ιδιωτικό τομέα
προς όφελος της ελληνικής οικονομίας...
Σήκω Ανδρέα για να δεις το γνήσιο παιδί της Αλλαγής.

Στο Βήμα της ίδιας ημέρας είχαμε την ευκαιρία να διαβάσουμε για το
επικράτηση των φαύλων αντιλήψεων και πρακτικών στη δημόσια ζωή του
τόπου αποτυπώνει τη διαχρονική εξέλιξη ενός σαθρού και απαξιωμένου
πολιτικού συστήματος, οι αντοχές του οποίου δοκιμάζονται οριακά στις
μέρες μας» σημειώνει το ρεπορτάζ. Επί Γιάννη Αλευρά η Βουλή θα έχει
λιγότερους από 500 υπαλλήλους. Το 1991 θα έχουν αυξηθεί σε 571. Το
2004 θα έχουν φτάσει τους 1.000. Το 2006 τους 1.305 στα πλαίσια της
επανίδρυσης του κράτους. Σήμερα «ο συνολικός αριθμός φτάνει τους
1.743».

Τρία χρόνια μετά επίσημη έναρξη της κρίσης αναρωτιόμαστε γιατί δεν την
έχουμε ξεπεράσει ακόμα. Στην χώρα με το πιο μεγάλο, διεφθαρμένο,
σπάταλο και σοσιαλιστικό κράτος της Ευρώπης προσπαθούμε απεγνωσμένα να
ξεκοκαλίσουμε ότι έχει απομείνει από έναν ισχνό ιδιωτικό τομέα
καταστρέφοντας και τις τελευταίες εναπομείναντες πηγές πλούτου. Όταν
ελεύθερα Έλληνες προσφέρουν αγαθά και εναπομείνασες στους συμπολίτες τους
το λέμε παραοικονομία. Το κράτος Τσοχατζόπουλου-Πολύδωρα είναι η
πραγματική οικονομία που για να συντηρηθεί αξίζει να θυσιαστεί η
Ελλάδα, όπως καθημερινά κηρύττουν η πολιτική τάξη και τα ΜΜΕ. Είναι
μια πραγματική εορτή για τα 38 χρόνια του ΠΑΣΟΚ.

Η «βρώμικη» δεκαετία του ΄80


του Γιάννη Μαρίνου

Συνεχίζω την προσπάθεια να αναδείξω πόσο δίκιο είχε ο υπουργός κ. Λοβέρδος, που όπως και ελάχιστοι άλλοι μη εθελοτυφλούντες ή βολεμένοι δεν αρνείται να δει ότι η τραγωδία που ζούμε σήμερα στην Ελλάδα είχε την αφετηρία της κυρίως στη δεκαετία του ΄80. Το ότι το κομματικό κράτος και συχνά η ιδιοτελής διαχείριση των δημοσίων πόρων ξεκίνησαν από συστάσεως του ελληνικού κράτους και συνεπώς και προ της πρώτης δεκαετίας της διακυβέρνησης ΠαΣοΚ δεν μπορεί να αμφισβητηθεί. Το ότι αναδείχθηκαν όμως ως αξίες και ως δήθεν κοινωνικές και δημοκρατικές κατακτήσεις ακριβώς όσα τις καταλύουν βρήκε τη μεθοδική επιβολή του τότε ακριβώς. Πέραν των όσων αναφέραμε την προηγούμενη Κυριακή, οι πύλες του Αδου άνοιξαν τότε στον τομέα της οικονομίας με πρόσχημα την κοινωνική δικαιοσύνη και την ενίσχυση των λαϊκών στρωμάτων. Τότε καταδικάστηκε η επιχειρηματικότητα και το κέρδος ως αντίθετα προς τα λαϊκά συμφέροντα και ως μέσο άγριας εκμετάλλευσης που πρέπει να εξοβελισθούν μέσα από κοινωνικές πιέσεις και τον έλεγχο της κάθε δραστηριότητας από κομματοκρατούμενα συνδικάτα. Ταυτόχρονα τότε συστηματοποιήθηκε η «βιομηχανία» κάθε είδους παροχών προς άγραν ψήφων, που γρήγορα άδειασε τα δημόσια και τα ασφαλιστικά ταμεία, κατασπαταλήθηκαν τα κοινοτικά κονδύλια, που τότε ακριβώς άρχισαν να εισρέουν από την Ευρωπαϊκή Κοινότητα, αποχαλινώθηκε ο δανεισμός από το κράτος και πήρε με καλπασμό την ανιούσα το δημόσιο χρέος, που έκτοτε διατηρήθηκε σε υψηλά επίπεδα, για να εκτιναχθεί σήμερα σε ύψος που μας έφερε στην ανεπίσημη πτώχευση και στο μνημόνιο. Ο Ανδρέας Παπανδρέου, μολονότι ο κύριος υπεύθυνος ως πρωθυπουργός, πολύ ευφυώς ως απλός σχολιαστής επεσήμανε ότι καταναλίσκουμε περισσότερα απ΄ όσα παράγουμε και προειδοποίησε (ποιον άραγε;) ότι αν το δημόσιο χρέος δεν αφανισθεί θα αφανίσει την Ελλάδα. 


Τότε άρχισε και η συστηματική διόγκωση του δημόσιου τομέα με αθρόους διορισμούς, αναδείχθηκαν σε επιστήμη τα κάθε λογής επιδόματα στον ευρύτερο δημόσιο τομέα και η καταναλωτική καταβρόχθιση των δωρεάν κοινοτικών κονδυλίων για ανύπαρκτα αγροτικά προϊόντα και η αποδοχή της παρανομίας ως δημοκρατικής κατάκτησης. Τότε εξευτελίστηκε ο θεσμός της δικαστικής εξουσίας με αγνόηση των αποφάσεών της με τον κατάπτυστο ισχυρισμό ότι «ένας είναι ο θεσμός, ο κυρίαρχος λαός». Τα σημερινά φαινόμενα «δεν πληρώνω- δεν πληρώνω», τα αναρχικά φαινόμενα τύπου Εξαρχείων, Κερατέας και γενικά καταλήψεων, βιαιοπραγιών χωρίς κόστος για τους δράστες, στη δεκαετία του ΄80 εξασφάλισαν «δημοκρατική» νομιμοποίηση, με την εκβιαστική πίεση και της Αριστεράς. Σε μια τέτοια ατμόσφαιρα μεθοδεύθηκε η εγκατάλειψη της χώρας από τους ξένους επενδυτές με αναπόφευκτο επακόλουθο την αποβιομηχάνιση της χώρας, το κλείσιμο των περισσότερων ξένων βιομηχανικών μονάδων, τον πολλαπλασιασμό των προβληματικών επιχειρήσεων και την παράδοσή τους στους αδίστακτους συνδικαλιστές που τις καταλήστευσαν και τις οδήγησαν στη χρεοκοπία. Η αναγνώριση των ιδεολογικών εχθρών της κοινοβουλευτικής δημοκρατίας ως «λοιπών δημοκρατικών δυνάμεων» έστρωσε το χαλί για την ανάδειξη σήμερα της ανυπακοής και ατιμωρησίας ως της ανετότερης οδού προς την κατάκτηση της εξουσίας από τον αριστερό ολοκληρωτισμό. 



Να υπενθυμίσω επίσης τα πράσινα και μπλε καφενεία, τον αυριανισμό, τη διόγκωση του κράτους και τους αθρόους διορισμούς με πράσινη αλλά και κόκκινη και προ παντός ροζ προέλευση, που έκτοτε- ακόμη και σήμερα- κυριαρχούν πλειοψηφικά στα συνδικάτα, παρά τις «φιλότιμες» προσπάθειες της Νέας Δημοκρατίας να πυκνώσει τις στρατιές των άνευ λόγου πολλαπλασιαζόμενων «εργαζομένων» του ευρύτερου δημόσιου τομέα. Στη σύντομη και ατελή αυτή αναδρομή στη δεκαετία του ΄80 εντάσσονται τα σκάνδαλα Κοσκωτά και του γιουγκοσλαβικού καλαμποκιού, πρόδρομοι της σημερινής εξαχρείωσης (Ζήμενς, υποβρύχια που γέρνουν κ.ά.) υπό καθεστώς ατιμωρησίας αλλά και κοινωνικής ανοχής, που ανέδειξαν τη χώρα ως διεθνές πρότυπο διαφθοράς και αναιδή ζητιάνο και μπαταχτσή. 


2 Σεπτεμβρίου 2012

«Το ιερότερο πράγμα η πατρίδα μας»



Θεωρείται από τους πρωτοπόρους του ελληνικού κινηματογράφου, σκηνοθέτης μεγάλων επιτυχιών και ο πρώτος που, μέσα από τις ταινίες του, ανέδειξε γεγονότα του Β’ Παγκοσμίου Πόλεμου και όσα ακολούθησαν. Χωρίς φόβο αλλά με πολύ πάθος και μέσα από ιστορική έρευνα, ζητούμενο του Ηλία Μαχαίρα ήταν πάντοτε έως σήμερα η απόδοση της ιστορικής αλήθειας. Γεννημένος στους Μολάους Λακωνίας, κι έχοντας ζήσει Κατοχή, Εμφύλιο, φτώχεια και σπαραγμό, δεν παραιτήθηκε ποτέ από το όνειρό του να «ταχθεί» στην υπηρεσία της τέχνης. Πριν από αυτό, όμως, υπηρέτησε την πατρίδα και την Αεροπορία κι έχει τιμηθεί με πέντε παράσημα. Σήμερα όλη του η ζωή είναι, όπως λέει, τα δύο του εγγόνια, ο Αρης και η Μαρίλια, στα οποία αφιερώνει και την τρίτη κατά σειράν ποιητική του συλλογή «Στοχασμοί, ποίηση και ενδόμυχες σκέψεις».


ΕΡ.: Κύριε Μαχαίρα, είστε ο πρώτος κινηματογραφιστής που ανέδειξε ιστορικά γεγονότα και δεν «διέφυγε» σε «ασφαλή» μονοπάτια αναζητώντας μόνο τη δόξα.
ΑΠ.: Εχω κάνει 32 ελληνικές και άλλες 30-40 βίντεο. Οι ταινίες μου είχαν πάντα ένα θέμα που ενδιέφερε το κοινό.

ΕΡ.: Πιστεύετε ότι στην Ελλάδα οι ταινίες ιστορικού περιεχομένου έχουν την αποδοχή που θα έπρεπε;
ΑΠ.: Οταν κάνεις μια ταινία και λες για τους κομμουνιστές ότι βοήθησαν σε κάτι, η δεξιά παράταξη δεν την υποστηρίζει. Οι αριστεροί, πάλι, πέφτουν πάνω να σε φάνε. Η ουσία είναι ότι όταν κάνεις μια ταινία πρέπει να έχεις μαζί σου και τους αριστερούς.

ΕΡ.: Εσείς δεν θελήσατε να ευνοηθείτε ή να εκμεταλλευτείτε καταστάσεις. Το έχετε με κάποιον τρόπο «πληρώσει»;
ΑΠ.: Με παίρνουν στο τηλέφωνο και μου λένε «θα σε σκοτώσουμε, θα σου κάνουμε, θα σου δείξουμε» επειδή γύρισα τον «Γοργοπόταμο», το «Ενωμένοι στη ζωή», το «Γράμμος - Βίτσι». Στις ταινίες μου καταγράφονται η πραγματική αλήθεια και τα γεγονότα όπως ακριβώς έχουν γίνει. Το φιλμ «Γράμμος - Βίτσι» χρειάστηκαν δυο ολόκληρα χρόνια για να τελειώσει. Γύρισα τις πολεμικές σκηνές στα ίδια μέρη που έγιναν: Μακρυγιάννη, Σχολή Χωροφυλακής, Φιλοπάππου, Μετς, Γουδή, Λιτόχωρο, Νυμφαίο, Κλειδί, Βίτσι, Αμύνταιο, Φλώρινα, Γράμμος, Πισοδέρι, Βίγκλα, Αντάρτικο, Πρέσπες.

ΕΡ.: Οι ταινίες σας έχουν ντοκιμαντερίστικη μορφή.
ΑΠ.: Ορισμένα κομμάτια. Στον «Γράμμο» έχω ένα απόσπασμα όπου μετά τη διάσκεψη της Βάρκιζας αρχηγός των ανταρτών του ΕΛ.ΑΣ. ήταν ο Ποπόφ ο Ρώσος. Αυτός μιλούσε για τους Ελληνες. Δεν μίλαγαν οι ίδιοι οι Ελληνες. Τι να πούμε από εκεί και πέρα.

ΕΡ.: Τα σενάριά σας βασίζονταν σε πραγματικές μαρτυρίες και ιστορική έρευνα;
ΑΠ.: Βεβαίως. Και για την ταινία «Γοργοπόταμος» πήγα εκεί. Εκανα ακριβώς αυτά που έπρεπε. Ρώτησα, ζήτησα ντοκουμέντα. Αλλά τη γιορτή της γέφυρας την κάνουν αριστεροί. «Την ανατινάξαμε» σου λένε. Ποιος την ανατίναξε; Οι Αγγλοι το έκαναν που ήρθαν από τη Μέση Ανατολή. Οι Αγγλοι είχαν μηχανήματα. Κανένας Ελληνας δεν πήγε από κάτω. Τον Αρη Βελουχιώτη, επειδή ήταν η περιοχή του εκεί, τον κάλεσε ο Ζέρβας να συμμετάσχει στην ανατίναξη. Οπως γράφει και το κομμουνιστικό βιβλίο «Στ' άρματα, στ' άρματα: Ιστορία του Αγώνα», του απαντά ο Αρης: «Στρατηγέ, δεν θα αναλάβω μέρος στην ανατίναξη γιατί δεν έχω την έγκριση του Κομμουνιστικού Κόμματος». Και επειδή ο Ζέρβας επέμενε, ο Αρης συμμετείχε κι αυτός με μερικούς άλλους για να μην πάρει όλη τη δόξα ο Ζέρβας. Στην ταινία αποτυπώνω τα πραγματικά γεγονότα. Κι όποιος αμφιβάλλει να με πάρει τηλέφωνο να μου πει ότι δεν είναι έτσι.

ΕΡ.: Ποια ήταν τα ερεθίσματά σας για να κάνετε τα πρώτα σας καλλιτεχνικά βήματα;
ΑΠ.: Πέρασα την Κατοχή, τον Εμφύλιο σπαραγμό, την πείνα, τη δυστυχία, όλα. Είχα ένα όνειρο πάντα να γίνω καλλιτέχνης. Τα παράτησα όλα, μπήκα στη σχολή, έγινα σκηνοθέτης, μετά παραγωγός. Ακολούθησα το όνειρό μου.

ΕΡ.: Πιστεύετε ότι αν οι ταινίες γυρίζονταν σήμερα, που υπάρχει μια χρονική απόσταση από τα γεγονότα, θα είχαν ακόμη μεγαλύτερη απήχηση;
ΑΠ.: Το ίδιο θα ήταν. Η Δεξιά θα το βούλωνε και θα κοιμόταν και η Αριστερά θα σηκωνόταν πάνω και θα έλεγε «τον άτιμο, να τον σκοτώσουμε».

ΕΡ.: Πιστεύετε ότι ο Ελληνας μαθαίνει από την Ιστορία ή την ξεχνάει και επαναλαμβάνει τα ίδια λάθη;
ΑΠ.: Οταν υπάρχει μια Μαρία Ρεπούση και λέει κατεβάστε τις εικόνες από τα σχολεία, μην κάνετε έπαρση σημαίας ούτε προσευχή -τώρα την έχει στο κόμμα του ο Κουβέλης-, τι να λέμε; Ορίστε. Γκρεμίστε τις εκκλησίες, διαλύστε τα όλα. Είμαστε εντάξει; Το ιερότερο πράγμα που υπάρχει είναι η πατρίδα μας. Είναι η σημαία μας. Είναι η Εκκλησία μας, η θρησκεία μας. Μ' αυτήν ζήσαμε, μ' αυτήν γεννηθήκαμε, με αυτήν νικήσαμε το 1821.

ΕΡ.: Το ΠΑΣΟΚ έπαιξε ρόλο στην απομάκρυνση του Ελληνα από την ταυτότητά του;
ΑΠ.: Ασε το το ΠΑΣΟΚ. Η μοίρα μας ήταν να αναλάβει ο Ανδρέας Παπανδρέου. Το είχε πει και ο πατέρας του: «Αν θέλετε να καταστραφεί η Ελλάδα βάλτε τον Ανδρέα να κυβερνήσει». Κυβέρνησε ο Ανδρέας, γι' αυτό πήγαμε όπως πήγαμε. Κυβέρνησε και ο γιος του και μας έφερε το ΔΝΤ.

ΕΡ.: Κάποια στιγμή μεταπηδήσατε στην τηλεόραση. Κάνατε στην ΕΡΤ την εκπομπή «Γνωρίστε την Ελλάδα».
ΑΠ.: Ηταν μια εκπομπή που αναδείκνυε τις ομορφιές της πατρίδας μας. Υστερα από τόσα χρόνια, τώρα κάνουν ανάλογες εκπομπές. Ο Ανδρέας Παπανδρέου με έκοψε κατευθείαν και, όταν πήγα να ζητήσω τον λόγο, δεν με δέχτηκε ούτε ένας να μιλήσω. Κλειστές οι πόρτες.

ΕΡ.: Τι προβλέπετε για το μέλλον της χώρας μας;
ΑΠ.: Ξέρω ένα πράγμα. Ο Αντώνης Σαμαράς είναι πραγματικός Ελληνας. Αυτό που λέω το πιστεύω. Οχι επειδή είμαι δεξιός, αλλά θεωρώ ότι αγωνίζεται για να μπορέσει να κάνει κάτι. Τι να κάνει, όμως, τώρα, που είναι υπογεγραμμένα όλα αυτά; Ή πρέπει να πει να πέσουμε στη δραχμή; Ελπίζω ότι κάτι θα κάνει, αλλά πολύ αμφιβάλλω. Είναι δεμένα τα χέρια του. Δεν ξέρουμε πού θα βγάλει. Εδώ μας κυβερνάει η τρόικα. Η Μέρκελ κέρδισε από μας, από τη δυστυχία μας, δισεκατομμύρια ευρώ. Το έγραψε η «δημοκρατία». Βγαίνει ο υπουργός Δικαιοσύνης, ο Αντώνης Ρουπακιώτης, και λέει «μην πειράζετε τους λαθρομετανάστες». Ο ΣΥΡΙΖΑ τα ίδια. Εδώ μας σκοτώνουν και τους υποστηρίζουμε. Να γιατί ανέβηκε η Χρυσή Αυγή.

ΕΡ.: Για τον Αλέξη Τσίπρα τι γνώμη έχετε;
ΑΠ.: Ποιος έχει γνώμη για τον Τσίπρα; Να πει τι; Οτι είναι πολιτικό πρόσωπο; Ας αναλάμβανε. Αλλά λέει «όχι, εγώ θέλω να είμαι απέξω και θέλω να είμαι αντιπολίτευση». Βέβαια, αυτό θέλει για να γκαρίζει απέξω. Αποποιείται των ευθυνών. Ο Κουβέλης μπήκε στη συμμαχία για να σωθεί, αλλά τώρα πάνε να τον φάνε. Τώρα το μόνο που μπορούμε να κάνουμε είναι να περιμένουμε.

ΕΡ.: Επόμενος επαγγελματικός σας στόχος;
ΑΠ.: Θέλω να συνεχίσω με λίγο πιο διαφορετική ματιά το «Γνωρίστε την Ελλάδα» για να μας γνωρίσουν οι ξένοι. Αυτά τα ντοκιμαντέρ επιδίωξή μου είναι να στέλνονται σε πρεσβείες. Θα δούμε.

ΕΡ.: Εχετε γράψει και ποιητικές συλλογές.
ΑΠ.: Τρεις, η τελευταία λέγεται «Στοχασμοί, ποίηση και ενδόμυχες σκέψεις». Αυτό το βιβλίο είναι μια σκέψη. Είναι από την ψυχή μου. Κρυμμένα συναισθήματα που έχω χρόνια στην καρδιά μου. Χωρίζεται στα «Πατριωτικά», τα «ερωτικά» ποιήματα κι αυτά που είναι κάτι σαν... τραγούδια. Τη συλλογή αυτή την έχω αφιερώσει στα εγγόνια μου, τον Αρη και τη Μαρίλια. Αυτά τα δυο μωρά είναι όλη μου η ζωή.


Ο εθνικός στρατός και οι θυσίες

Η επική υπερπαραγωγή που σκηνοθέτησε ο Ηλίας Μαχαίρας και προσφέρει σήμερα η «δημοκρατία» λογοκρίθηκε επί δεκαετίες καθώς άγγιξε το θέμα των θυσιών του εθνικού στρατού, που πολέμησε τον σταλινισμό και κράτησε τη χώρα μας ελεύθερη.

Πρόκειται για μια πολεμική περιπέτεια, παραγωγής του 1971, σε σενάριο Καίτης Δετζώρτζη, στην οποία πρωταγωνιστεί πλειάδα ηθοποιών, μεταξύ των οποίων οι Μάρλεν Παπούλια, Χριστόφορος Ζήκας, Ιλυα Λιβικού, Λευτέρης Γυφτόπουλος, Νικήτας Πλατής, Νίκος Φέρμας.

Σύμφωνα με την υπόθεση, στην περίοδο της γερμανικής Κατοχής δύο αδέλφια, ο Τάκης και ο Χρήστος, πολεμούν με σθένος τον κατακτητή. Ο ένας ανήκει σε μια αντιστασιακή ομάδα κι ο δεύτερος σε κάποιαν άλλη. Μετά την αποχώρηση των Γερμανών, τα δύο αδέλφια βρίσκονται σε αντίπαλα στρατόπεδα. Ο ένας είναι καπετάνιος του ΕΛΑΣ και ο άλλος λοχαγός του ελληνικού στρατού. Στην προσπάθεια του ΕΛΑΣ να καταλάβει το Σύνταγμα Χωροφυλακής Μακρυγιάννη, ο ένας αδελφός χάνεται. Λίγο προτού ξεσπάσει ο Εμφύλιος, ο άλλος αδελφός παίρνει μετάθεση για τη Φλώρινα. Εκεί οι ήρωες θα ζήσουν από κοντά τα τραγικά γεγονότα του Εμφυλίου, ως την ολοσχερή συντριβή των ανταρτών στην κορυφογραμμή του Γράμμου. Στο φιλμ αξιοποιούνται στο έπακρο στρατιωτικό υλικό, φωτογραφίες και φιλμ αρχείου με σκηνές από αληθινές μάχες. Η μουσική επένδυση έρχεται να υπογραμμίσει τον συναισθηματισμό και την επικότητα συγκεκριμένων σκηνών.


Κωνσταντίνα Γαρνέλη
Φωτό: Χρήστος Ζήνας

από το dimokratianews.gr