1 Οκτωβρίου 2012

Taboo or not taboo?

του Γιάννη Χαραλαμπίδη

Πάω στην οικεία ΔΟΥ για μια μικροδουλειά. Στέκομαι στην μικρή ουρά για εκτύπωση διπλοτύπου. Πίσω από τον γκισέ δύο υπάλληλοι. Μου προξενούν το ενδιαφέρον. Όχι λόγω της ευειδείας τους αλλά λόγω της ηλικίας τους (μεταμνημονιακή διαστροφή...). Δείχνουν πολύ νέες, ως τα 25, σίγουρα όχι πάνω από τα 27. Σκέπτομαι... οι stagieres πήραν πόδι, οι συμβασιούχοι φύγαν άκλαυτοι, αυτές τί είναι; Μόνιμο τακτικό προσωπικό; Καλά, και πότε προσελήφθησαν; Έχουμε 2012 κι είμαστε σε ύφεση από το 2007, σε κρίση επισήμως από το 2009. Ποιος τις προσέλαβε; Ποιος τις πληρώνει δεν χρειάζεται να ρωτήσω, είναι αυτονόητο... Πάω στον ΟΑΕΔ για μια βεβαίωση. Παρόμοιο σκηνικό. Δύο νεαρές (πολύ νεαρές) πίσω από τον γκισέ. Τι έγινε ρε παιδιά; Πάλι τα ίδια ερωτηματικά, πού, πώς, πότε, ποιος, γιατί... 

Δυόμιση χρόνια τώρα προσπαθώ να αντικρούσω τα (εύλογα) επιχειρήματα όσων (εωσφωρικών νεοφιλελευθέρων!) υποστηρίζουν την ανάγκη να γίνουν απολύσεις στον δημόσιο τομέα. Θα βαθύνει η ύφεση, θα κλείσουν περισσότερες επιχειρήσεις, θα αυξηθούν οι θέσεις ανεργίας και στον ιδιωτικό τομέα, κλπ, κλπ. Και όλα αυτά προφανώς κάνουν και τις κυβερνήσεις μας να αντιστέκονται στις εκ των έσω κι έξω φωνές για απολύσεις (μόνο αυτά κι όχι κάποιος υπολογισμός κομματικού κόστους από την οργή της πελατειακής βάσης, όπως θα σπεύσουν να υποθέσουν κάποια πονηρά μυαλά...) και να αντιμετωπίζουν τις θέσεις εργασίας του Δημοσίου ως ιερή αγελάδα. Όμως σε τελική ανάλυση, όποτε χρειαστεί να "κάνουμε ταμείο", η ύφεση βαθαίνει, οι επιχειρήσεις στενάζουν, η ανεργία διογκούται και χωρίς να έχει θιγεί στο ελάχιστο η καρέκλα κάποιου δημοσίου υπαλλήλου. Αυτά είναι αποτέλεσμα των μέτρων, θα βιαστεί να απαντήσει κάποιος, αποτέλεσμα του μνημονίου και της πολιτικής του. Μάλιστα. 

Μήπως όμως, για μια έστω στιγμή θα έπρεπε να σκεφθούμε εναλλακτικά; Μήπως αυτή η αντιμετώπιση της αναπροσαρμογής του δημόσιου τομέα ως ταμπού, ως "μη μου άπτου" κάθε κυβερνητικού προγράμματος, είναι ένας βασικός μηχανισμός διαμόρφωσης των εφαρμοζόμενων πολιτικών; Δηλαδή, τα δύο παλαιοπολιτικά, καθεστωτικά, πελατειακά κόμματα, με ναυαρχίδα βέβαια το αλήστου μνήμης ΠΑΣΟΚ και με την εγγύηση των κομμάτων της Αριστεράς, βρίσκονται μπροστά στην ανάγκη να κόψουν δαπάνες. Προκειμένου να στερήσουν θέσεις εργασίας από την πολιτική τους πελατεία (τον σκληρό πυρήνα της τουλάχιστον) και να εξαφανίσουν όλο τον εσμό των συμβούλων και σία που είναι στην πράξη πρόσωπα του κομματικού τους μηχανισμού, δηλαδή προκειμένου να αυτο-αναιρεθούν, επιλέγουν να αυξάνουν διαρκώς χωρίς λογική τους φόρους και να ροκανίζουν οριζόντια το εισόδημα.

Πρόκειται ασφαλώς για ανόητη και αδιέξοδη πολιτική, γιατί αφ' ενός, για να συντηρήσει αυτές τις θέσεις, συμπιέζει το εισόδημα κάθε εργαζομένου στον δημόσιο και ιδιωτικό τομέα και καταδικάζει αναγκαίες κρατικές δομές σε υπολειτουργία, αφ' ετέρου γιατί όσο συμπιέζεται το εισόδημα τόσο πιο περιορισμένη καθίσταται η φοροδοτική ικανότητα του συνόλου των πολιτών. Ο ιδιωτικός τομέας καλείται να σηκώνει όλο το βάρος της κρίσης, με χιλιάδες λουκέτα και εκατοντάδες χιλιάδες ανέργους να προστίθενται και την ύφεση να βαθαίνει διαρκώς. Πού θα πάει αυτό; Έχουμε προ πολλού υπερκεράσει το σημείο το οποίο θέλοντας να αποφύγουμε ξορκίσαμε κάθε μείωση στον αριθμό των δημοσίων υπαλλήλων. Ίσως είναι καιρός να πάψουμε να εθελοτυφλούμε και να αγκαλιάσουμε αυτό που φοβόμαστε.

Αυτό δεν σημαίνει αυτομάτως ότι πρέπει να αρχίσουν χωρίς λογική απολύσεις. Αλλά σαφώς είναι παραπάνω από ανάγκη να αλλάξει συνολικά η λογική και η πρακτική των εργασιακών σχέσεων στον δημόσιο τομέα. Το να υπάρχει διαδικασία απόλυσης ενός μη επαρκούς ή και μη αναγκαιούντος υπαλλήλου είναι αυτονόητο. Το να μπορεί το κράτος να διαχειρίζεται συνολικά τις ανάγκες και τους πόρους του, επίσης. Δεν είναι στοιχειωδώς λογικό σε μία δημόσια υπηρεσία να πλεονάζει διοικητικό προσωπικό και σε μία άλλη να προσλαμβάνεται. Επιβάλλεται να γίνει πράξη μια συνολική στρατηγική αποτίμηση αναγκών και πόρων της δημόσιας διοίκησης, με την στενή και ευρεία έννοια, καθώς και μια συνολική και αξιόπιστη αξιολόγηση της ποιότητας, παραγωγικότητας και χρησιμότητας του προσωπικού. Εάν ένα μέρος του είναι ανεπαρκές πρέπει να απομακρυνθεί. Ένα άλλο μέρος είναι απαραίτητο να αναπροσανατολιστεί σε νέα καθήκοντα, με επανεκπαίδευση αν χρειάζεται. Τέλος, αν είναι αναπόφευκτο να απομακρυνθεί προσωπικό για λόγους υπεραρίθμου ή μη χρησιμότητας, αυτό να γίνει με σοβαρά αντικειμενικά κριτήρια αρχαιότητας, αποτελεσματικότητας και παραγωγικότητας. 

Αν όλα αυτά φαντάζουν εξωπραγματικά, θα πω πως στον κόσμο της πραγματικής παραγωγής είναι αυτονόητα και πως τεράστιες επιχειρήσεις με πολύ μεγάλο αριθμό υπαλλήλων έχουν διεξάγει ανάλογες διαδικασίες μέσα σε λίγους μήνες, συμπεριλαμβανομένης της επανεκπαίδευσης. Το σημαντικότερο όμως είναι ότι οποιαδήποτε ειλικρινής και αντικειμενική θεώρηση του ζητήματος, αβίαστα οδηγεί στο συμπέρασμα πως κάθε μέρα που περνά ο στρουθοκαμηλισμός έναντι της επιτακτικής ανάγκης μείωσης του όγκου του Δημοσίου ή της ριζικής αλλαγής της λειτουργίας του, στοιχίζει πανάκριβα. Στοιχίζει στον Έλληνα πολίτη και στην ελληνική κοινωνία, στον επιχειρηματία και τον ιδιώτη εργαζόμενο, στο πολιτικό σύστημα και στα ίδια τα κόμματα που τον υιοθετούν, στοιχίζει τέλος στον ίδιο τον δημόσιο υπάλληλο, ο οποίος δέχεται διαρκώς οριζόντια μείωση στο εισόδημά του και όταν θα φτάσουμε στο μη περαιτέρω θα υποχρεωθεί να υποστεί πολύ περισσότερες απολύσεις από όσες θα χρειαζόταν η χώρα για να ανασάνει. Γιατί σε λίγο και οι απολύσεις θα καταστούν αναπόφευκτες αλλά και θα είναι πια πολύ αργά τόσο για την οικονομία όσο και κυρίως για την κοινωνία.

Η εικόνα των τόσο νεαρών δημοσίων υπαλλήλων πίσω από τους γκισέδες των υπηρεσιών με έπεισε ότι αυτό που τόσο καιρό δεν ήθελα να παραδεχτώ, κι ας το έβλεπα, είναι αλήθεια. Η πολιτική που εφαρμόζεται στην Ελλάδα από το 2010 δεν είναι νεοφιλελεύθερη. Γιατί κανένας νεοφιλελεύθερος, ούτε καν συντηρητικός φιλελεύθερος, θα δεχόταν να επιβάλει αλόγιστα φόρους για να συντηρεί ένα αντιλειτουργικό και αδηφάγο δημόσιο τομέα. Αντίθετα, πρόκειται για βαθιά κρατικιστική και σοσιαλιστική πολιτική, για την οποία είναι υπεύθυνοι οι εξωτερικοί υποβολείς της προσαρμογής, που πλέον ανοιχτά την υποδαυλίζουν, οι εσωτερικοί  εμπνευστές και εφαρμοστές της και η ίδια η κοινωνική μας ιδεολογία που μας έμαθε από καιρό να προστατεύουμε τον ανεπαρκή και να προωθούμε τον μέτριο, που μας έμαθε να κλείνουμε τα μάτια στο προφανές και να ζούμε με αυταπάτες.

Το μνημόνιο, όπως εφαρμόζεται στην πράξη, προστατεύει και συντηρεί όλη αυτή την ανορθολογική κατάσταση. Επί δυόμιση χρόνια δεν κατώρθωσε να προωθήσει μεταρρυθμίσεις που θα έπρεπε να έχουμε αυτονόητα ολοκληρώσει μόνοι μας χωρίς να μας τις επιβάλει κανένα μνημόνιο. Αντίθετα, κατώρθωσε να εξοντώσει τον ιδιωτικό τομέα συνολικά, να οδηγήσει στην απορρύθμιση και την διάλυση βασικές κοινωνικές υποδομές, όπως το σύστημα υγείας και έβαλε όλους τους δημοσίους υπαλλήλους, άξιους και μη, απαραίτητους και μη, στην ίδια βάσανο της εισοδηματικής απομείωσης και κοινωνικής απαξίωσης. Και σήμερα, ακόμη και σήμερα, η κυβέρνηση δεν έχει το θάρρος να πει ευθέως αυτά τα πράγματα στον ελληνικό λαό, για μια σειρά από λόγους, που έχουν να κάνουν με τις ενδοκυβερνητικές ισορροπίες κι άλλους παράγοντες, οι οποίοι στο τέλος δεν έχουν σημασία γιατί όλα κρίνονται από το αποτέλεσμα. Το αποτέλεσμα είναι όλοι να συνεχίζουμε να τραβάμε ξέπνοοι κουπί σε μια βάρκα που μπάζει νερά μέσα σε θαλασσοταραχή. Και η βάρκα δεν στεγνώνει κι οι καπεταναίοι δεν ξέρουν τι τους γίνεται κι η ανάσα μας τελειώνει κι η μπόρα δυναμώνει κι η στεριά δε φαίνεται. Τι θα γίνει; Αυθόρμητα μού 'ρχεται να πω "ο Θεός να βάλει το χέρι του". Μα φοβάμαι πως πια κι αυτός μας βαρέθηκε...

1 σχόλιο: