του Γιάννη Α. Χαραλαμπίδη*
Η Τετάρτη 25/8/2011 καταγράφεται ως μία πολύ σημαντική ημέρα για το πολιτικό μας σύστημα και τον δημόσιο βίο της χώρας μας. Για πρώτη φορά στον πολύπαθο χώρο της παιδείας υπήρξε ευρύτατη συμφωνία των πολιτικών δυνάμεων και μάλιστα για μία τόσο σημαντική μεταρρύθμιση, η οποία μεταβάλλει άρδην την εικόνα που επικρατούσε ως σήμερα στην ανώτατη εκπαίδευση. Η σημασία της συγκυρίας είναι πολλαπλή και ιδιαίτερα από πλευράς σημειολογίας.
Πρώτα, γιατί έρχεται σε μια περίοδο που περισσότερο παρά ποτέ το κορυφαίο ζητούμενο στην πολιτική ζωή είναι η επικοινωνία και συνεργασία μεταξύ των πολιτικών δυνάμεων, είτε αυτή ονομάζεται συναίνεση είτε συνευθύνη είτε συναπόφαση. Γιατί όλοι γνωρίζουν και κατανοούν – ακόμη κι όσοι αρνούνται να το παραδεχτούν – ότι όσο ισχυρή κι αν είναι μια μονοκομματική κυβέρνηση, δεν αρκεί. Η εξαιρετικά δυσχερής πολιτική, κοινωνική και οικονομική κατάσταση της χώρας απαιτεί ευρύτερες συμπτώσεις και συγκλήσεις, με όποια μορφή κι αν αυτές επιτυγχάνονται. Στο πλαίσιο αυτό, η πρόσφατη εξέλιξη κατά την ψήφιση του νομοσχεδίου για τη μεταρρύθμιση στην ανώτατη εκπαίδευση σηματοδοτεί μια σημαντική μεταβολή. Ο χώρος της παιδείας υπήρξε ως σήμερα κατ’ εξοχήν πεδίο σύγκρουσης των κομμάτων. Η επίτευξη υπερψήφισης από τα 5/6 περίπου των βουλευτών μας δίνει μια όχι ίσως ολοκληρωμένη και τέλεια μεταρρύθμιση αλλά οπωσδήποτε μια αλλαγή προς την σωστή κατεύθυνση, η οποία υποστηρίχθηκε από μια τεράστια πλειοψηφία.
Καταγράφεται έτσι ένα σπουδαίο «δεδικασμένο» στην διακομματική συνεννόηση. Θα μπορούσε στο μέλλον αυτό να αποδειχθεί προφητικό και να ανοίξει τον δρόμο για την εμπέδωση ενός κλίματος εθνικής συνεννόησης και συμπαράταξης, προκειμένου να γίνουν βαθιές τομές και ρηξικέλευθες μεταρρυθμίσεις που έχει μεγάλη ανάγκη η κοινωνία και η πολιτεία μας. Γιατί όταν ένα κόμμα προσπαθεί να επιβάλλει επώδυνες αλλαγές και τα υπόλοιπα επιδίδονται σε ανεύθυνη πολιτική σπέκουλα και άγρα ψήφων, είναι αδύνατο να παραχθεί πολιτικό αποτέλεσμα.
Έτι σημαντικότερη από συμβολική άποψη είναι η προχθεσινή εξέλιξη για ένα άλλο λόγο. Γιατί για πρώτη φορά από τη μεταπολίτευση, το σύνολο σχεδόν των πολιτικών δυνάμεων (πλην της Αριστεράς) έστειλαν ένα χειροπιαστό και ηχηρό μήνυμα-ράπισμα προς μια σειρά από νοοτροπίες που έχουν επικρατήσει στον κοινωνικό μας ιστό. Πρόκειται για τρόπους σκέψης και δράσης που έχουν να κάνουν με το σύνολο του δημόσιου βίου. Σχηματικά θα μπορούσαμε να επικεντρώσουμε αυτές τις στρεβλώσεις της κοινωνικής μας ζωής στην κομματοκρατία, την αναξιοκρατία και αποφυγή κάθε αξιολόγησης, την αντιπαραγωγικότητα, τον συντεχνιακό φατριασμό, την εξιδανίκευση της ήσσονος προσπάθειας, την ατιμωρησία. Απέναντι σε όλα αυτά για πρώτη φορά στήθηκε ένα ανάχωμα από την πολιτεία. Και είναι παρήγορο ότι έγινε με σύμπραξη της συντριπτικής πλειοψηφίας του κοινοβουλίου, «πλην Λακεδαιμονίων» φυσικά, δηλαδή πλην όσων πάγια επενδύουν στην αποσύνθεση και καλλιεργούν την απορρύθμιση του κοινωνικού και παραγωγικού ιστού.
Υψηλές αρετές πολιτικής ευελιξίας επέδειξε η κα Άν. Διαμαντοπούλου, αφήνοντας υποθήκες για το μέλλον. Τουλάχιστον άβολα θα πρέπει να νοιώθει η αξιωματική αντιπολίτευση που επιδόθηκε σε παλινωδίες, αλλά παρά ταύτα προς τιμή της έκανε το βήμα εμπρός, έστω και απρόθυμα. Εξαιρετικά σημαντικό είναι ότι για πρώτη φορά τόσο ξεκάθαρα, δυνάμεις της ήσσονος αντιπολίτευσης λειτούργησαν ως ρυθμιστής μεταξύ των κομμάτων εξουσίας. Οι πρυτάνεις και η ακαδημαϊκή κοινότητα υποδέχθηκαν τον νόμο με συγκρατημένη ικανοποίηση, έστω και με γκρίνια για τα επιμέρους. Ποιος λοιπόν έχασε; Έχασαν όλοι αυτοί που εναγωνίως προσπαθούν να μην αλλάξει τίποτα στην ελληνική πολιτεία και κοινωνία. Αυτοί που έχουν γίνει σημαιοφόροι της παρακμής και εκφραστές της άρνησης και της αντίδρασης απέναντι σε οτιδήποτε επιχειρεί να άρει κακώς κείμενα δεκαετιών. Η μεγαλύτερη ειρωνία, βέβαια, αυτή τη στιγμή είναι ότι την ευθύνη για τις μεταρρυθμίσεις την έχει η παράταξη που ευθύνεται κατά βάση για την εμπέδωση όλων αυτών των πολιτικοκοινωνικών ανορθογραφιών. Οψόμεθα.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου