30 Αυγούστου 2011
29 Αυγούστου 2011
27 Αυγούστου 2011
Τί συμβαίνει στήν Ἀκρόπολη;

"Ο Δίας και η Ήρα δεν μένουν πλέον στον Ιερό βράχο της Ακρόπολης, αλλά στο νέο Μουσείο της Ακρόπολης.
Τα αγάλματα των δύο θεών αποξηλώθηκαν προχθές από τα 12 μέτρα, όπου βρίσκονταν επί 2.500 χρόνια και θα συναντήσουν τους θαυμαστές του Φειδία, αφού συντηρηθούν, στο Νέο Μουσείο της Ακρόπολης.
Σημειώνεται ότι μέχρι σήμερα έχουν κατέβει από τη δυτική πλευρά του μνημείου 21 αρχιτεκτονικά μέλη."
Ἡ εἴδηση αὐτή μοῦ ἔφερε στό μυαλό ὅσα εἶχα ἀκούσει πρίν μερικά χρόνια ἀπό τά χείλη τῆς σπουδαίας φιλολόγου καί δασκάλας μου κας Ἄννας Τζιροπούλου-Εὐσταθίου, μέ ἀφορμή τήν παρουσίαση τοῦ βιβλίου της "Προσοχή στήν Ἀκρόπολη". Παρακάτω θά βρεῖτε ὁλόκληρη αὐτή τήν ὀμιλία. Ἀξίζει νά τήν ἀκούσετε.

«ΕΜΕΙΣ ΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ ΘΕΛΟΜΕΝ»

26 Αυγούστου 2011
Μέγας Αλέξανδρος
Επιτέλους πολιτική σοβαρότητα!

του Γιάννη Α. Χαραλαμπίδη*
Η Τετάρτη 25/8/2011 καταγράφεται ως μία πολύ σημαντική ημέρα για το πολιτικό μας σύστημα και τον δημόσιο βίο της χώρας μας. Για πρώτη φορά στον πολύπαθο χώρο της παιδείας υπήρξε ευρύτατη συμφωνία των πολιτικών δυνάμεων και μάλιστα για μία τόσο σημαντική μεταρρύθμιση, η οποία μεταβάλλει άρδην την εικόνα που επικρατούσε ως σήμερα στην ανώτατη εκπαίδευση. Η σημασία της συγκυρίας είναι πολλαπλή και ιδιαίτερα από πλευράς σημειολογίας.
Πρώτα, γιατί έρχεται σε μια περίοδο που περισσότερο παρά ποτέ το κορυφαίο ζητούμενο στην πολιτική ζωή είναι η επικοινωνία και συνεργασία μεταξύ των πολιτικών δυνάμεων, είτε αυτή ονομάζεται συναίνεση είτε συνευθύνη είτε συναπόφαση. Γιατί όλοι γνωρίζουν και κατανοούν – ακόμη κι όσοι αρνούνται να το παραδεχτούν – ότι όσο ισχυρή κι αν είναι μια μονοκομματική κυβέρνηση, δεν αρκεί. Η εξαιρετικά δυσχερής πολιτική, κοινωνική και οικονομική κατάσταση της χώρας απαιτεί ευρύτερες συμπτώσεις και συγκλήσεις, με όποια μορφή κι αν αυτές επιτυγχάνονται. Στο πλαίσιο αυτό, η πρόσφατη εξέλιξη κατά την ψήφιση του νομοσχεδίου για τη μεταρρύθμιση στην ανώτατη εκπαίδευση σηματοδοτεί μια σημαντική μεταβολή. Ο χώρος της παιδείας υπήρξε ως σήμερα κατ’ εξοχήν πεδίο σύγκρουσης των κομμάτων. Η επίτευξη υπερψήφισης από τα 5/6 περίπου των βουλευτών μας δίνει μια όχι ίσως ολοκληρωμένη και τέλεια μεταρρύθμιση αλλά οπωσδήποτε μια αλλαγή προς την σωστή κατεύθυνση, η οποία υποστηρίχθηκε από μια τεράστια πλειοψηφία.
Καταγράφεται έτσι ένα σπουδαίο «δεδικασμένο» στην διακομματική συνεννόηση. Θα μπορούσε στο μέλλον αυτό να αποδειχθεί προφητικό και να ανοίξει τον δρόμο για την εμπέδωση ενός κλίματος εθνικής συνεννόησης και συμπαράταξης, προκειμένου να γίνουν βαθιές τομές και ρηξικέλευθες μεταρρυθμίσεις που έχει μεγάλη ανάγκη η κοινωνία και η πολιτεία μας. Γιατί όταν ένα κόμμα προσπαθεί να επιβάλλει επώδυνες αλλαγές και τα υπόλοιπα επιδίδονται σε ανεύθυνη πολιτική σπέκουλα και άγρα ψήφων, είναι αδύνατο να παραχθεί πολιτικό αποτέλεσμα.
Έτι σημαντικότερη από συμβολική άποψη είναι η προχθεσινή εξέλιξη για ένα άλλο λόγο. Γιατί για πρώτη φορά από τη μεταπολίτευση, το σύνολο σχεδόν των πολιτικών δυνάμεων (πλην της Αριστεράς) έστειλαν ένα χειροπιαστό και ηχηρό μήνυμα-ράπισμα προς μια σειρά από νοοτροπίες που έχουν επικρατήσει στον κοινωνικό μας ιστό. Πρόκειται για τρόπους σκέψης και δράσης που έχουν να κάνουν με το σύνολο του δημόσιου βίου. Σχηματικά θα μπορούσαμε να επικεντρώσουμε αυτές τις στρεβλώσεις της κοινωνικής μας ζωής στην κομματοκρατία, την αναξιοκρατία και αποφυγή κάθε αξιολόγησης, την αντιπαραγωγικότητα, τον συντεχνιακό φατριασμό, την εξιδανίκευση της ήσσονος προσπάθειας, την ατιμωρησία. Απέναντι σε όλα αυτά για πρώτη φορά στήθηκε ένα ανάχωμα από την πολιτεία. Και είναι παρήγορο ότι έγινε με σύμπραξη της συντριπτικής πλειοψηφίας του κοινοβουλίου, «πλην Λακεδαιμονίων» φυσικά, δηλαδή πλην όσων πάγια επενδύουν στην αποσύνθεση και καλλιεργούν την απορρύθμιση του κοινωνικού και παραγωγικού ιστού.
Υψηλές αρετές πολιτικής ευελιξίας επέδειξε η κα Άν. Διαμαντοπούλου, αφήνοντας υποθήκες για το μέλλον. Τουλάχιστον άβολα θα πρέπει να νοιώθει η αξιωματική αντιπολίτευση που επιδόθηκε σε παλινωδίες, αλλά παρά ταύτα προς τιμή της έκανε το βήμα εμπρός, έστω και απρόθυμα. Εξαιρετικά σημαντικό είναι ότι για πρώτη φορά τόσο ξεκάθαρα, δυνάμεις της ήσσονος αντιπολίτευσης λειτούργησαν ως ρυθμιστής μεταξύ των κομμάτων εξουσίας. Οι πρυτάνεις και η ακαδημαϊκή κοινότητα υποδέχθηκαν τον νόμο με συγκρατημένη ικανοποίηση, έστω και με γκρίνια για τα επιμέρους. Ποιος λοιπόν έχασε; Έχασαν όλοι αυτοί που εναγωνίως προσπαθούν να μην αλλάξει τίποτα στην ελληνική πολιτεία και κοινωνία. Αυτοί που έχουν γίνει σημαιοφόροι της παρακμής και εκφραστές της άρνησης και της αντίδρασης απέναντι σε οτιδήποτε επιχειρεί να άρει κακώς κείμενα δεκαετιών. Η μεγαλύτερη ειρωνία, βέβαια, αυτή τη στιγμή είναι ότι την ευθύνη για τις μεταρρυθμίσεις την έχει η παράταξη που ευθύνεται κατά βάση για την εμπέδωση όλων αυτών των πολιτικοκοινωνικών ανορθογραφιών. Οψόμεθα.
24 Αυγούστου 2011
22 Αυγούστου 2011
19 Αυγούστου 2011
18 Αυγούστου 2011
5 Αυγούστου 2011
3 Αυγούστου 2011
Κυβερνήσεις και πιστωτές στα χαρακώματα
Όταν η κρίση χρέους κτύπησε την Ευρώπη, πολλοί μίλησαν για οικονομικό πόλεμο που άρχισε το βαθύ αμερικανικό σύστημα ενάντια στο ευρώ. «Το δολάριο αμύνεται» έλεγαν «και η επίθεση είναι η καλύτερη άμυνα». Σύμφωνα με εκείνη τη θεώρηση, το υπερατλαντικό οικονομικό σύστημα προσπαθούσε να αποσταθεροποιήσει το νεαρό ακόμα κοινό ευρωπαϊκό νόμισμα, ώστε να ακυρώσει την προοπτική να αναδειχθεί γρήγορα στο στιβαρότερο και δυναμικότερο νόμισμα του κόσμου. Στη μάλλον καχύποπτη αυτή ανάλυση συνηγορούσαν οι συνεχείς επιθέσεις των αμερικανικών οίκων αξιολόγησης στις αδύναμες οικονομίες του ευρωπαϊκού νότου.
Σήμερα, όμως, έχοντας σε εξέλιξη το θρίλερ της κρίσης χρέους των ΗΠΑ, είναι εμφανές ότι βρισκόμαστε μπροστά σε κάτι πολύ ευρύτερο. Στην πραγματικότητα, έχουμε να κάνουμε με σύγκρουση δύο διαφορετικών κόσμων, των κρατών και των χρηματαγορών. Ποιος μπορούσε πριν ελάχιστα χρόνια να δεχθεί ως συζήτηση εργασίας καν μια στάση πληρωμών των ΗΠΑ; Ποιος πίστευε ότι περπατώντας στον 21ο αιώνα θα βλέπαμε τη δικαίωση του Κολμπέρ, όταν όλα τα κορυφαία νομίσματα είναι ουσιαστικά απαξιωμένα, ενώ η τιμή του χρυσού καταγράφει αστρονομικές επιδόσεις;
Ανάγλυφα και ξεκάθαρα αποτυπώνεται ένα τοπίο σκληρής σύγκρουσης μεταξύ όσων εμπορεύονται χρήμα και των παραδοσιακών κρατών. Κανείς δεν μπορεί να προεξοφλήσει τον νικητή, ως τώρα όμως το πάνω χέρι ξεκάθαρα έχουν οι πιστωτές. Οι ηγέτες και οι κρατικοί τους μηχανισμοί δεν έχουν όπλα με τα οποία θα μπορέσουν να τιθασεύσουν τις χρηματαγορές, που επιζητούν να ρυθμίζουν οι ίδιες το παγκόσμιο οικονομικό παιχνίδι. Ίσως έχουμε εισέλθει στην τελική φάση ενός πολύ παλιού πολέμου ανάμεσα στην πολιτική εξουσία και την οικονομική δύναμη, πολέμου με παγκόσμιες και παγκοσμιοποιημένες πλέον διαστάσεις. Πώς αντιμετωπίζουν τα κράτη τις επιθέσεις των πιστωτών; Όλα εξαρτώνται από τις κινήσεις των δύο κορυφαίων οικονομικών παικτών, της ΕΕ και των ΗΠΑ. Η ΕΕ με τις αποφάσεις της 21ης Ιουλίου φαίνεται να βρέθηκε για πρώτη φορά μισό βήμα εμπρός από τους πιστωτές, αγοράζοντας χρόνο.
Ωστόσο, μόνο βραχύχρονη μπορεί να είναι η ανάσα της, αφού πολύ σύντομα η κρίση χρέους της Ευρωζώνης θα επανακάμψει ζητώντας λύσεις συνολικές. Οι αποφάσεις καταδεικνύουν ότι η Ευρώπη δεν έχει μάθει από τα σφάλματα του παρελθόντος. Στις προκλήσεις που δημιουργεί η κοινή νομισματική-πιστωτική πολιτική απαντά με την προετοιμασία μιας κοινής οικονομικής πολιτικής. Οι δυσλειτουργίες, όμως, στο ευρωπαϊκό νομισματικό-πιστωτικό σύστημα έχουν να κάνουν όχι με έλλειψη έμφασης στην κοινή οικονομία αλλά ακριβώς με υπερβολική στήριξη μιας πολιτικής ένωσης στην οικονομία.
Οι Ευρωπαίοι δημιούργησαν ένα διεθνές ισχυρό κοινό νόμισμα, το οποίο όμως δεν έχει πίσω του μια συγκροτημένη πολιτική διοίκηση και ένα μηχανισμό προβολής ισχύος. Επένδυσαν τις μετοχές τους για ένα κοινό μέλλον όχι στην πολιτική αλλά στην οικονομική ενοποίηση. Τώρα που η συνταγή απλώς δε βγαίνει, αντί να αναθεωρήσουν, επενδύουν ακόμη περισσότερα. Με τη διαφορά ότι τώρα πια, με αφορμή τη βαθιά κρίση, έχουν έλθει στην επιφάνεια οι δυσαρμονίες και διαφορετικές προσεγγίσεις κι επιδιώξεις μεταξύ των εθνικών κρατών που την αποτελούν, με αποτέλεσμα στο μέλλον να αυξηθούν η καχυποψία και η επιφυλακτικότητα μεταξύ των εταίρων.
Οι ΗΠΑ από την άλλη βρίσκονται ακόμα στη δίνη της αντιμετώπισης της επικείμενης στάσης πληρωμών. Αυτό φυσικά αποκλείει κάθε σκέψη για άμεσο αναπροσανατολισμό των κεντρικών οικονομικών τους επιλογών. Όταν όμως κατορθώσουν να σταθεροποιήσουν την πιστωτική τους αξιότητα, έστω και υποτυπωδώς, πρέπει χωρίς καθυστέρηση να αναρωτηθούν για το σήμερα και το αύριο της θέσης τους στην παγκόσμια οικονομία. Γιατί βρέθηκαν χωρίς όπλα απέναντι σε αδυσώπητο και πονηρό αντίπαλο, όπως οι διεθνείς πιστωτές.
Μέσα στο πλαίσιο των G20, από κοινού ΕΕ και ΗΠΑ οφείλουν να βρουν τρόπο να χαλιναγωγήσουν τις αγορές και να θεσπίσουν νέους κανόνες λειτουργίας των χρηματαγορών. Γιατί χωρίς ισχύ και φερεγγυότητα στους κρατικούς και υπερκρατικούς μηχανισμούς δεν έχει καν σημασία αν θα επικρατήσει τελικά το δολάριο ή το ευρώ.